Ο νεαρός ήταν χαρακτηριστικό δείγμα συγχρόνου, νέου, σπουδαστού ΙΕΚ και μελλοντικού ανέργου.  Η δεσποινίς, η οποία τον συνόδευε, ήτο χαρακτηριστικό δείγμα συγχρόνου, άεργης, νεαράς.

Μετά το ξεφάντωμα στο «ντισκομπαροσκυλάδικο» (κοινώς: Σύγχρονο Πολιτιστικό Κέντρο), όπου την καταβρήκαν, ακούγοντας την Κοκκίνου να ανακοινώνει την απόφασή της να μεταβεί στους Αφρικανούς Μασσάι, την Βανδή να απειλεί το αγοράκι της πως δεν θα του ξανακάτσει και την Βίσση να επιθυμεί ξεσκίσματα σε ένα φτηνό ξενοδοχείο, ο νεαρός μας αντέδρασε. Πήρε την γκόμενα και την πήγε σε «σπερμοξενοδοχείο», (αγγλιστί: Hotel Fuckifornia) προκειμένου «του μέηκ κρέιζυ λαβ»…. «Να κάνουν έναν έρωτα όλο τρέλα, σαν να ‘ναι η τελευταία τους φοράαααααααααα», (ακριβώς όπως το τραγούδησε και  ο πρώτος ερμηνευτής στην σύζυγό του, την παραμονή της ορκωμοσίας της, στην βουλή των Ελλήνων).
Μετά,  κι αφού είχε κάνει την ανάγκη του, την πήγε στην Ομόνοια, να φανέ ένα «βρόμικο», δηλαδή: σάντουϊτς, με αμφιβόλου ποιότητος και προελεύσεως υλικά, φτιαγμένο από αμφιβόλου εθνικότητος άτομο, με αμφιβόλου καθαριότητος χέρια.
Κάποτε, οι άεργοι ξενύχτες,  πηγαίνανε στην Αγορά, να φάνε στα εκεί εστιατόρια Πατσά ή Σούπα, κοντά στους εργαζόμενους της νύχτας. Σήμερα, οι νεοέλληνες ξενύχτες τρώνε «βρόμικα».
Στα παλιά τα λεξικά, το ξεχώριζαν:
1.  βρόμα  (με ο μικρόν) έλλειψη καθαριότητος ή υγιεινής
2. βρώμα (με ω μέγα)  φαγώσιμο
Ο Μπαμπινιώτης, αν και καθηγητής, ως νεοέλλην, στο δικό του Λεξικό τα πλάκωσε όλα μαζί και τα έκανε να φαίνονται ίδια κι όμοια. Η βρόμα γράφεται πλέον και με ω μέγα και με ο μικρόν. Και μπερδεύεσαι. Κυττώντας σήμερα την Τηλεόραση και βλέποντας κι ακούγοντας τους επαγγελματίες Σχολιαστές των Ειδήσεων, δεν ξέρεις πια αν «τρέφεσαι» με την πληροφόρηση ή εξ αιτίας αυτής «δηλητηριάζεσαι».
Κύριε Καθηγητά, κύριε Μπαμπινιώτα, απαντήστε σας παρακαλώ στα κάτωθι, παντελώς δικαιολογημένα πλέον (εξ αιτίας της δικής σας ορθογραφίας), ερωτήματα ενός νεοέλληνος, τηλεθεατού ή ακροατού:
1. Οι νυχτερινές πολιτικές αναλύσεις των επαγγελματιών του είδους, στα Δελτία Ειδήσεων, είναι «βρώμα» ή «βρόμα»;
2. Εάν -όπως έγραψε ο Σαίξπηρ- «η μουσική είναι η τροφή της αγάπης», το ραψωδιακό άσμα (ραπ)  «Το Γκούτσι Φόρεμα», (αυτό που ζηλεύει ο Μαζωνάκης,  καθότι ως πτωχός πλην τίμια, δεν θα μπορέσει ποτέ να το φορέσει) είναι «βρώμα» ή «βρόμα»;…. Και, αν υπήρχε και στίχος που να λέει «Μόλις έβγαλες το Γκούτσι, υψωθήκανε τα πέη (ή, έστω, το ομοιοκατάληκτον συνώνυμον)», θα εξακολουθούσε να είναι πνευματικόν «βρώμα» ή θα ήτο αναμφισβητήτως πλέον «βρόμα»;
3. Όταν, σε τηλεοράσεις, ραδιόφωνα, εφημερίδες, «τα πανωτόκια» παύουν να είναι «βρόγχος» και γίνονται «βρόχος», ενώ ο «εναπομείναντας» χρόνος θα μας φάει και το «αναπομείναντο» χρήμα, κι ο αστέρας-ηθοποιός,  παρουσιάζοντας «Παιχνίδι Γνώσεων» (!!!!) ρωτάει τί είναι η σμίλη και το γράφουν με υ-ψιλόν, είναι η είδηση «βρώμα» ή είναι «βρόμα η δουλειά»;
Εν κατακλείδι κύριε Καθηγητά, να αρχίσουμε όλοι να εκτρεφόμεθα με βρόμικα ή να γυρίσουμε στον πατσά;
Με άλλα λόγια: Αμπαμπάμ κοράκουμ ντέξτρε προσινετένουμ ή είμαι εγώ ένας  κακοεκτραφής, μίζερος, μαλάκας;

Προηγούμενο άρθροΚρύωμα ή ίωση;
Επόμενο άρθροΛύκε, λύκε… Είναι εδώ!