Γράφει η Καλαρίδη Μαρία
Την περασμένη εβδομάδα η μόδα είχε την τιμητική της, δεδομένου ότι μια πληθώρα Ελλήνων σχεδιαστών μόδας παρουσίασαν τις δημιουργίες τους στην 15η διοργάνωση της Athens Χclusive Designers Week, καθώς και στο fashion event του τηλεοπτικού σταθμού MAD. Έχοντας την ευκαιρία να παρευρεθώ στην AXDW, θα ήθελα σε αυτό το άρθρο να μοιραστώ κάποιους προβληματισμούς μου σχετικά με την κατάσταση στην οποία βρίσκεται σήμερα η βιομηχανία του ενδύματος στην Ελλάδα και τους ανθρώπους που αποτελούν μέρος του χώρου της μόδας.
Αρχικά, σκέφτομαι πως οι εβδομάδες μόδας, καθώς και κάθε είδους δρώμενα μόδας συντελούν στο να διαδοθεί ευρύτερα η δουλειά των σχεδιαστών, αναρωτιέμαι όμως αν αρκούν για να επηρεάσουν τον μέσο καταναλωτή. Διότι μόνο μια εβδομάδα λάμψης, διαφήμισης και κοσμοσυρροής δεν αποτελεί εγγύηση ότι το τελικό προϊόν -δηλαδή το ρούχο- θα γνωρίσει σημαντική εμπορική επιτυχία. Κρίνοντας από το ντύσιμο αρκετών παρευρισκόμενων σε αυτά τα events, η ξενομανία καλά κρατεί -δυστυχώς- ακόμα. Το ερώτημα, λοιπόν, είναι πώς θα μπορέσουμε ν’ αλλάξουμε ριζικά τις καταναλωτικές συνήθειες κι αντιλήψεις μιας ολόκληρης κοινωνίας που από τη μία πλευρά θαυμάζει τις δημιουργίες των εγχώριων καλλιτεχνών-σχεδιαστών, από την άλλη όμως δεν τις στηρίζει έμπρακτα.
Το αληθές των όσων προαναφέρθηκαν αποδεικνύεται από τα απογοητευτικά αποτελέσματα των ερευνών του Συνδέσμου Κατασκευαστών Ετοίμων Ενδυμάτων (ΣΚΕΕ). Οι λιανικές πωλήσεις ενδυμάτων κατέγραψαν πτώση της τάξης του 2,9% το 2013. Αυτό θα λέγαμε ότι ήταν αναμενόμενο, από τη στιγμή που η πλειοψηφία των καταναλωτών έχασε λόγω της οικονομικής κρίσης τη δυνατότητα να αγοράζει είδη ρουχισμού όπως παλαιότερα. Αναλύοντας την κατάσταση που επικρατεί στη βιομηχανία της μόδας με οικονομικούς όρους, θα ήταν χρήσιμο να αναφερθεί ότι οι κανόνες του marketing υποδεικνύουν ότι σε δυσμενείς οικονομικές συνθήκες, η συμπεριφορά του καταναλωτή μεταβάλλεται και η προσοχή του στρέφεται στην ποσότητα κι όχι στην ποιότητα των προϊόντων που δύναται να αγοράσει. Επομένως, ο κατακλυσμός της ελληνικής αγοράς από προϊόντα που προέρχονται από χώρες χαμηλού κόστους παραγωγής είναι δικαιολογημένος και απειλεί τη βιωσιμότητα των μικρών επιχειρήσεων-ατελιέ στον χώρο της ένδυσης.
Εξίσου μεγάλη ευθύνη φέρουν και τα περιοδικά μόδας, τα οποία ερχόμενα αντιμέτωπα με τις δυσμενείς οικονομικές συνθήκες, επέλεξαν την εύκολη λύση του κιτρινισμού της θεματολογίας τους, ώστε να επιβιώσουν. Αντί να βρίσκεται στο επίκεντρο το έργο των σχεδιαστών, φτάσαμε στο σημείο να απολαμβάνουμε διάφορους reality αστέρες στα εξώφυλλα μερικών από τα ιστορικότερα περιοδικά μόδας. Πρόσφατο και χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η δημοσίευση του εξωφύλλου της αμερικάνικης έκδοσης της Vogue, η οποία ξεσήκωσε μια θύελλα αρνητικών σχολίων στις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης. Αντίστοιχα, πολλοί εγχώριοι καλλιτέχνες προτιμούν να μιμηθούν ενδυματολογικά τους ξένους καλλιτέχνες, παρά να αναζητήσουν την στυλιστική τους ταυτότητα με τη βοήθεια και το ταλέντο των Ελλήνων σχεδιαστών. Έτσι, δημιουργείται ένα κλίμα αμφισβήτησης για το κατά πόσο δυνατό μπορεί να είναι ένα ελληνικό brand.
Κλείνοντας το άρθρο μου, θα ήθελα να εκφράσω την πίστη μου στο ταλέντο όσων απασχολούνται στον τομέα της ένδυσης κι ότι η βιομηχανία των ενδυμάτων θα μπορέσει να ανακάμψει και να χαράξει μια νέα και δυναμική πορεία.