Γράφει ο Νίκος Τουρούκης*

  • Κάποτε σε μία χώρα της Λατινικής Αμερικής το δικτατορικό καθεστώς της χώρας είχε εξορίσει πολιτικούς κρατούμενους σε μια απομονωμένη περιοχή, κάτι σαν τη δική μας τη Μακρόνησο δηλαδή.
  • Οι κρατούμενοι ήταν απομονωμένοι πλήρως από τον έξω κόσμο και η μόνη δυνατότητα που είχαν ήταν να παίζουν ποδόσφαιρο. Είχαν οργανώσει ομάδες και περίμεναν καθημερινά με λαχτάρα να τελειώσουν οι πρωινές υπηρεσίες για ν’ αρχίσουν τη μπάλα… Μέχρι να σουρουπώσει… Ο καιρός περνούσε και όχι μόνο δεν είχαν βαρεθεί αλλά το παιχνίδι έδειχνε να τους συνεπαίρνει όλο και περισσότερο. Μαζί τους συμμετείχαν και οι δεσμοφύλακές τους. Σ’ αυτό το παιχνίδι ήταν όλοι ίσοι.
  • Κάποια στιγμή άλλαξε διοικητής στο στρατόπεδο. Ο νέος διοικητής θέλησα να χαλαρώσει την απομόνωση και έδωσε στους κρατούμενους τη δυνατότητα να διαβάζουν βιβλία, εφημερίδες, ν’ ακούν ραδιόφωνο. Με έκπληξη διαπίστωσε ότι παρότι απομονωμένοι και στερημένοι, αυτοί συνέχιζαν να παίζουν ποδόσφαιρο! Τους έδωσα δυνατότητα να κάνουν περιπάτους στις γύρω περιοχές, όμως οι κρατούμενοι το μόνο που ήθελαν ήταν να συνεχίζουν να παίζουν το αγαπημένο τους παιχνίδι. Τότε αποφάσισε να τους απαγορεύσει το ποδόσφαιρο… Και αντιμετώπισε εξέγερση τόσο από τους κρατούμενους όσο και από τους θεσμοφύλακες!
  • Στα δικά μου μάτια πιθανώς είναι υπερβολική αυτή η ιστορία, τη θυμήθηκα όμως παρακολουθώντας όσα προηγήθηκαν αλλά κυρίως όσα ακολούθησαν το Μουντιάλ στη Βραζιλία. Εκεί όπου ένα ολόκληρο έθνος, από την ψύχωση και τον παροξυσμό για την κατάκτηση του τρόπαιου, ξάπλωσε στο ντιβάνι του ψυχαναλυτή! Αλλά κι ένας πλανήτης ολόκληρος, από τους ηγέτες του μέχρι την τελευταία φτωχογειτονιά του Μπαγκλαντές, πανηγύρισε, θαύμασε, κριτίκαρε, απόλαυσε, βίωσε δράματα ή ευτυχία, βυθίστηκε στη χαρά και τη θλίψη…
  • Η λατρεία για το ποδόσφαιρο, είτε παίζεται στις φαβέλες του Ρίο είτε στα σαλόνια του Champions League, είναι παγκόσμια, είναι αναπόσπαστο κοινωνικό κομμάτι. Είναι αυτό που χαρακτηρίστηκε ως «το σημαντικότερο από τα ασήμαντα πράγματα αυτού του κόσμου».
  • Η ταύτιση με το ποδόσφαιρο δε θα μπορούσε φυσικά να περάσει απαρατήρητη από εταιρείες, κυβερνήσεις ή οργανισμούς που φρόντισαν όχι μόνο να επενδύσουν αλλά και να επιβάλλουν τα συμφέροντά τους, προσπαθώντας να μετατρέψουν το πάθος του κόσμου σε παιχνίδι εξουσίας και επιβολής.
  • Ναι είναι αλήθεια. Το ποδόσφαιρο έγινε αντικείμενο εκμετάλλευσης, έγινε μπίζνα, έγινε στοίχημα, έγινε κομπίνα. Ναι είναι αλήθεια. Το ποδόσφαιρο στο επαγγελματικό του επίπεδο έγινε κομμάτι διαπλοκής όπου μαφιόζοι, τζογαδόροι αλλά και κυβερνήσεις όχι μόνο έστησαν χορό κέρδους αλλά το μετέτρεψαν σε εργαλείο πολιτικής ισχύος ή αποπροσανατολισμού.
  • Όμως το ποδόσφαιρα δεν έπαψε ποτέ να είναι ένα παιχνίδι. Ένα παιχνίδι που τίποτα δε φταίει για όλα αυτά. Γιατί είναι παντού! Ανήκει σ’ όλους μας. Μικρούς μεγάλους, κοντούς, χοντρούς… Όπως και η ζωή. Επιβραβεύει το πάθος, τον αγώνα, τον ιδρώτα, το ταλέντο. Επιβραβεύει όμως και την οργάνωση, το σχέδιο, τον προγραμματισμό… Όπως η ζωή!
  • Είναι απρόβλεπτο. Καταργεί το νόμο των πιθανοτήτων, κάνει πολλές φορές το αδύνατο δυνατό. Στον αγώνα όλα είναι δυνατά… Όπως και στη ζωή. Αποθεώνει το στοιχείο της προσωπικότητας και του εγωισμού μόνο μέσα στο πλαίσιο της ομαδικής λειτουργίας και της συνεργασίας.
  • Μεγάλοι βιρτουόζοι της μπάλας έμειναν στην αφάνεια λόγω ακριβώς αυτής της αδυναμίας τους.  Ο Έρικ Καντονά όταν ρωτήθηκε για το καλύτερο γκολ απάντησε ότι το καλύτερό του γκολ ήταν …πάσα!
  • Προβάλει το βαθύτερο νόημα του αθλητικού ιδεώδους. «Πέφτω και ξανασηκώνομαι, σήμερα έχασα αύριο θα κερδίσω». Πάντα υπάρχει ένας Σαμαράς να βάζει και ένας Γκέκας να χάνει το πέναλτι. Αύριο η σειρά θα είναι αντίστροφη.
  • Παρά την όποια προσπάθεια ποδηγέτησής του το ποδόσφαιρο είναι αθώο. Φτάνει μια μπάλα να το αποδείξει. Στα σοκάκια, στις αλάνες, στις αυλές, στα 5χ5.
  • Το ποδόσφαιρο είναι η λάμψη στα παιδικά μου μάτια όταν οι γονείς μας, μας έδιναν τη μπάλα να παίξουμε όταν τελειώναμε το διάβασμα. Τότε που στήναμε ξανά τον τελικό του ’78 και μαλώναμε για το ποιος θα είναι ο Κέμπες και ποιος ο Ρέζεμπριγκ. Τότε που αγνοούσαμε το Βιντέλα και το «Ματωμένο Μουντιάλ».
  • Είναι η ίδια λάμψη στα μάτια μου όταν λίγα χρόνια αργότερα, επαρχιωτόπαιδο, έμπαινα για πρώτη φορά στο ΟΑΚΑ, να δω τη μεγαλύτερη ελληνική ομάδα! Με στο στόμα ανοιχτό να χαζεύω το στάδιο, πότε τον κόσμο, πότε το Ζάετς και το Σαραβάκο. Η ίδια λάμψη στα μάτια του κάθε παιδιού, του κάθε φιλάθλου στο γκολ της ομάδας του.
  • Η ίδια λάμψη και η ίδια λαχτάρα για τον κρατούμενο σ’ αυτή την λατινοαμερικανική χώρα. Που τελικά το μόνο που είχε δικό του ήταν αυτό το στρογγυλό κομμάτι δέρμα που το κλωτσούσε ακατάπαυστα. Μέχρι να σουρουπώσει…

*Ιατρός Παθολόγος, Δημοτικός Σύμβουλος &

Πρόεδρος της Κοινωφελούς Επιχείρησης

Πολιτισμού του Δήμου Μαραθώνος

Προηγούμενο άρθροΠρωινός Espresso Ιουλίου!
Επόμενο άρθροΠολιτιστικό καλοκαίρι 2014