Γράφει ο Παναγιώτης Γκιάλπης
Γεννήθηκαν με έναν χρόνο διαφορά, βρέθηκαν αμφότεροι από σπόντα στη Νέα Μάκρη, έγιναν φίλοι από την Τετάρτη Δημοτικού κι έπαιξαν στις ίδιες αλάνες.
Τους ανακάλυψε ο ίδιος άνθρωπος, πήγαν στην ίδια ομάδα, τη Θύελλα Ραφήνας, αλλά τελικά ο καθένας έγραψε τη δική του ιστορία στο τοπικό ποδόσφαιρο.
Οι Ματιές στο Παρελθόν αυτού του τεύχους πέφτουν στον Γιάννη Φωκιανό και τον Πέτρο Ρουγγέρη, δύο κολλητούς που μέχρι και σήμερα πίνουν παρέα τον καφέ τους…
Πέτρος Ρουγγέρης
Η ιστορία του θα μπορούσε να γίνει… βιβλίο. Γεννήθηκε το 1956 στην Τήνο ως ένα από τα τρία παιδιά μιας οικογένειας που έδινε μάχη για να τα φέρει βόλτα.
Στα τρία του, η γιαγιά του που ζούσε στην Κωνσταντινούπολη, γνώρισε τη Μαρία Δελέντα, που τότε ήταν επικεφαλής στη Βηθανία και κάλεσε όλη την οικογένεια στη Νέα Μάκρη για να τη βοηθήσει να κάνει ένα νέο ξεκίνημα. Οι γονείς εργάζονταν στις εγκαταστάσεις και τους παραχωρήθηκε χώρος για να ζουν ως εσώκλειστοι.
Η ζωή δεν ήταν καθόλου εύκολη εκείνη την εποχή και ο Πέτρος μπήκε για ένα διάστημα εσώκλειστος και στη Λεόντειο. Όλα αυτά τα χρόνια, η διέξοδός του ήταν το ποδόσφαιρο κι εκεί ξόδευε σχεδόν όλο του τον χρόνο. Κάποιες ντρίμπλες και κάποια γκολ του στις αλάνες της Νέας Μάκρης τα είδε το 1978 ο Δημήτρης Γιούργας κι όπως συνέβη με τον Φωκιανό, τον πήρε κι αυτόν στη Θύελλα Ραφήνας, όπου αγωνίστηκε για μια πενταετία.
Το 1983 η αφεντιά του γίνεται αιτία… εμφυλίου στη Ραφήνα καθώς δέχεται πρόταση από την Τριγλία, αλλά λόγω τοπικής αντιπαλότητας, η Θύελλα αρνείται να τον παραχωρήσει. Τελικά μετακομίζει στην ΑΕ Γαλατσίου και γίνεται ένας από τους πρώτους παίκτες που φέρνουν χρήματα στη Θύελλα από μεταγραφή.
Με το Γαλάτσι κατακτά το Κύπελλο ΕΠΣΑ σε τελικό με αντίπαλο το Μαρκό (3-1) πετυχαίνοντας και γκολ, και σε αυτό το παιχνίδι τον βλέπει και τον συγχαίρει για τις ικανότητές του ο Γιώργος Βαρδινογιάννης.
Ήταν άλλωστε ένας πολύ γρήγορος, ευφυής και ικανός σέντερ φορ που σε όλες του τις ομάδες ήταν σχεδόν κάθε χρόνο πρώτος σκόρερ…
Το 1986 έρχεται στον Εθνικό Νέας Μάκρης, αγωνίζεται για δύο χρόνια και κρεμά τα παπούτσια του λόγω επαγγελματικών υποχρεώσεων. Δεν φεύγει όμως από το ποδόσφαιρο καθώς αναλαμβάνει πρόεδρος στη διοίκηση του Θησέα Νέας Μάκρης και δημιουργεί τις Ακαδημίες του, ενώ αργότερα διατελεί και πρόεδρος στον Εθνικό.
Είναι νυμφευμένος με την Αναστασία και έχουν δύο παιδιά, την Αθανασία και τον Αντώνη. Σήμερα απολαμβάνει τη σύνταξή του, έχοντας εργαστεί επί σειρά ετών στην Τράπεζα Πειραιώς.
Γιάννης Φωκιανός
Γεννήθηκε το 1957 αρκετά μακριά από εδώ και συγκεκριμένα στη Νίκαια από Μικρασιάτες γονείς, τον Λευτέρη και την Άννα και ήταν ο ένας από τα τέσσερα συνολικά παιδιά της οικογένειας. Ήρθαν όλοι στη Νέα Μάκρη όταν παραχωρήθηκαν σε Μικρασιάτες οικόπεδα και στην περίπτωσή του η μετακόμιση αυτή ήταν… ιδανική μια και στην περιοχή τότε είχες την πολυτέλεια να διαλέξεις σε ποια αλάνα θα παίξεις μπάλα…
Πρώτη του ομάδα σε ηλικία 18 ετών ήταν η Αθηναΐδα Κυψέλης και αναγκαζόταν να κάνει αρκετά χιλιόμετρα για να κατεβαίνει στην Αθήνα. Συνέχιζε, όμως, να παίζει και στις αλάνες όπου τελικά τον εντόπισε ο Δημήτρης Γιούργας και το 1977 τον έφερε στη Θύελλα Ραφήνας. Τίμησε την ομάδα για οκτώ χρόνια, την έφτασε από τη Γ’ στην Α’ κατηγορία και έχτισε σχέσεις ζωής με συμπαίκτες και προπονητές, από τους οποίους ξεχώρισε τον Διονύση Σπετσαρία. Έγινε γνωστός στα αποδυτήρια ως «Ναύαρχος» με τους συμπαίκτες του να τον πειράζουν επειδή υπηρετούσε στο Ναυτικό…
Ήταν πάντοτε ο παίκτης που ήθελε κάθε προπονητής. Καλός και γρήγορος στόπερ και δεξιός μπακ, αποτελεσματικός αν και αθόρυβος και το σημαντικότερο, εξαιρετικός χαρακτήρας. Από το 1986 ως το 1990 έπαιξε στον Θησέα Νέας Μάκρης, ακολούθησε ένα διετές πέρασμα από τη Μάχη Μαραθώνα και μετά φόρεσε τις φανέλες της Αρτέμιδας, του Παμπαιανικού, των Καλυβίων και του Προμηθέα Αγίου Δημητρίου.
Είχε την τύχη να αγωνιστεί και στο εξωτερικό σε Αγγλία, Ιταλία και Βέλγιο καθώς ως εργαζόμενος στα ΕΛΤΑ, συμμετείχε με την ομάδα τους σε πανευρωπαϊκούς αγώνες.