Δύο Μαραθωνίτες με διαφορά ηλικίας 15 ετών, αγωνίστηκαν σε άλλες εποχές και σε διαφορετικά αθλήματα, αλλά άφησαν εποχή και αμφότεροι ξεχώρισαν για το ήθος και την αθλητική τους αξιοπρέπεια.
Κοινά τους χαρακτηριστικά ότι ήταν τα «μυαλά» στις ομάδες τους, προπονητές μέσα στο γήπεδο, αλλά και εξαιρετικοί χαρακτήρες. Οι «Ματιές στο Παρελθόν» θυμούνται την πορεία που κατέγραψαν ο Παναγιώτης Ντάσης ή αλλιώς «συνώνυμο της μπασκετικής ιστορίας του Μαραθώνα» κι ο Μάκης Παρούσος, «στρατηγός» στην άμυνα της Μάχης Μαραθώνα.
Παναγιώτης Ντάσης
Γεννημένος την 1η Αυγούστου 1974 στον Μαραθώνα από Μαραθωνίτες γονείς, ο Παναγιώτης Ντάσης δεν ήταν ακριβώς το παιδάκι που πήγαινε σχολείο κάνοντας ντρίμπλες με την μπάλα του μπάσκετ. Για την ακρίβεια, είχε ελάχιστη επαφή με το άθλημα μέχρι που άρχισε να τον «κινητοποιεί» μπασκετικά η έκρηξη της δημοφιλίας του στα μέσα της δεκαετίας του ‘80.
Κι ήταν η κατάκτηση του Ευρωμπάσκετ του ‘87 που του έδωσε, όπως και σε χιλιάδες άλλα παιδιά, την ώθηση να ασχοληθεί σοβαρά με την πορτοκαλί μπάλα. Σε μια εποχή που ο Μαραθώνας είχε ελάχιστες, αν όχι ανύπαρκτες υποδομές, ο Ντάσης αποτελεί από τα αρχικά μέλη του ΜΕΣΜΑ που ιδρύει το 1988 την πρώτη ομάδα μπάσκετ στον Μαραθώνα. Ξεκινά στα 14, είναι παρών στο πρώτο ματς στην ιστορία του ΜΕΣΜΑ στο Χαλάνδρι, όπως επίσης και στην πρώτη νίκη επί της Καμάριζας.
Όπως ο ίδιος είχε διηγηθεί παλιότερα σε συνέντευξή του στη MP, γίνεται σταδιακά ο «καλός του χωριού» κι ονειρεύεται να ανοίξει τα φτερά του. Η μεγάλη έκπληξη έρχεται στα 17 του όταν τον ζητά ο Πανελλήνιος που αγωνίζεται στην Α’2. Ο ΜΕΣΜΑ αρνείται να τον παραχωρήσει, αλλά ο Ντάσης δεν αργεί να φύγει, έχοντας νωρίτερα βοηθήσει την ομάδα να πανηγυρίσει δύο ανόδους.
Το 1996 ξεκινά η μακρά πορεία του στα γήπεδα όλης της Αθήνας με τη μεταγραφή στο Χαλάνδρι (Β’ ΕΣΚΑ) και μια άνοδο. Το 2000 γίνεται ο πλέι μέικερ του Χολαργού στη Γ’ Εθνική και το 2004 μετακομίζει στο Κορωπί (Α’ ΕΣΚΑ), επίσης πανηγυρίζοντας άνοδο.
Το 2008 τον βρίσκει στον Άτταλο Νέας Φιλαδέλφειας (Α’ ΕΣΚΑ), το 2009 στα Σπάτα (Α’ ΕΣΚΑ), το 2010 στον ιστορικό Παπάγο (Γ’ Εθνική), το 2011 στην ΑΕ Ψυχικού (Γ’ Εθνική, κυπελλούχος ΕΣΚΑ), μέχρι που τελικά φτάνει να αγωνιστεί και στη Β’ Εθνική με το Ψυχικό το 2013.
Το 2014 φορά τη φανέλα της Ηλιούπολης (Α’ ΕΣΚΑ), το 2015 του Κορωπίου (Γ’ Εθνική με άνοδο στη Β’) και το 2016 συναντά το παρελθόν. Επιστρέφει στον ΜΕΣΜΑ και τον βοηθά να κατακτήσει τρεις ανόδους ξεκινώντας από τη Δ’ ΕΣΚΑ.
Αυτή η τεράστια καριέρα του «Σάρας», όπως τον φώναζαν λόγω της ομοιότητας του παιχνιδιού του με του Γιασικεβίτσιους, έκλεισε πέρσι. Ο Ντάσης θεωρητικά είχε σταματήσει κι ήταν βοηθός προπονητή, αλλά βλέποντας ότι ο ΜΕΣΜΑ κινδύνευε, φόρεσε ξανά σορτσάκι και στο τέλος της χρονιάς έκλεισε σε ηλικία 48 ετών (!) έναν μεγάλο κύκλο που είχε ως πιο σημαντικές επιτυχίες τη βράβευσή του από την ΕΣΚΑ για την προσφορά του στο μπάσκετ το 2015 και το γεγονός ότι όπου κι αν αγωνίστηκε άφησε πολύ μεγάλο αποτύπωμα.
Ο ίδιος ξεχωρίζει σε αυτή την 34χρονη πορεία στα γήπεδα τους προπονητές Κώστα Τσαφαρά, Νίκο Λινάρδo, Σάββα Συμεωνίδη και Γιώργο Ρεμεντέλο και μάλλον βαθιά μέσα του ξέρει ότι αν δεν είχε και μια σοβαρή επαγγελματική καριέρα, μάλλον θα αγωνιζόταν μέχρι και στην Α’1…
Σήμερα ασχολείται με τον χρηματοοικονομικό τομέα, είναι νυμφευμένος και έχει δύο παιδιά.
Μάκης Παρούσος
Λίγοι έχουν εμφανιστεί στα χωμάτινα γήπεδα της περιοχής και είχαν τόση ποδοσφαιρική ευφυΐα όση ο Μάκης Παρούσος. Γέννημα θρέμμα Μαραθωνίτης, αντίκρισε το πρώτο φως το 1959 και στα 15 του (1974), έχοντας δείξει από νωρίς την αγάπη του για την ασπρόμαυρη, έγινε μέλος της Μάχης Μαραθώνα, την εποχή που είχε ίσως την καλύτερη ομάδα στην Ιστορία της.
Καθιερώνεται στην πρώτη ομάδα στα 17 του και παίζει μια πολύ δύσκολη θέση, όπως είναι αυτή του λίμπερο, ξεχωρίζοντας για τις ηγετικές του ικανότητες και αναγκάζοντας τους συμπαίκτες του να του «κολλήσουν» ένα άκρως κολακευτικό παρατσούκλι. Ο «Μπεκενμπάουερ των Μεσογείων» στάθηκε άτυχος, καθώς ένα σοβαρό πρόβλημα με τον μηνίσκο τον κράτησε περίπου 1,5 χρόνο εκτός, ωστόσο επιστρέφοντας, ξεκίνησε από εκεί που είχε σταματήσει.
Με εμφανίσεις παλιότερα στην Εθνική Παίδων, πλάι σε Τάκη Λεμονή και Κώστα Αντωνίου, είχε ήδη φτιάξει ένα καλό όνομα και στα 20 του, στο γήπεδο της Μάχης έρχονταν αρκετοί ποδοσφαιράνθρωποι για να τον τσεκάρουν. Δυστυχώς για τον ίδιο, δεν προχώρησε η μεταγραφή του ούτε στον Λεβαδειακό (Α’ Εθνική), ούτε στον Αχαρναϊκό (Β’ Εθνική) κι έτσι χάθηκε η ευκαιρία για μια μεγαλύτερη καριέρα.
Πανηγύρισε τελικά δύο ανόδους με τη Μάχη και σταμάτησε το 1992 όταν και χρίστηκε βοηθός του τότε προπονητή, Μάρκου Μαυρομμάτη.
Σήμερα είναι φρεσκότατος συνταξιούχος της ΕΥΔΑΠ και μπορεί να χαίρεται την οικογένειά του που αποτελείται από τη σύζυγό του Ανδριάννα και τα τρία τους παιδιά, τη Μαρία, τον Αντώνη και τον Ζαχαρία.