Γράφει ο Σπύρος Παππάς / Εκπαιδευτικός
Η πρόσφατη παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα από το βουλευτικό του αξίωμα δεν ήταν μια τυπική θεσμική πράξη. Ήταν μια πολιτική δήλωση, ένα ηχηρό σήμα επανεκκίνησης περισσότερο παρά αποχώρησης. Δεν παρέδωσε απλώς την έδρα του. Αντιθέτως, άνοιξε δημόσια την πόρτα προς το ενδεχόμενο επανόδου του, όχι με όρους ρεβάνς αλλά ως αναμέτρηση με την πολιτική αδράνεια και την εσωστρέφεια.
Ο ΣΥΡΙΖΑ, έχοντας χάσει τη δυναμική του προηγούμενου ριζοσπαστικού ρεύματος, εμφανίζεται σήμερα αποδυναμωμένος και χωρίς σαφές αφήγημα. Μοιάζει εγκλωβισμένος σε μια παρατεταμένη κρίση ταυτότητας. Η ευρύτερη Κεντροαριστερά βουλιάζει στη μετριότητα και την εσωστρέφεια. Σε αυτή την πολιτική έρημο, ο πρώην πρωθυπουργός δεν αποσύρεται. Αντιλαμβανόμενος το πολιτικό κενό επιχειρεί να ξαναμπεί ενεργά στο παιχνίδι, όχι από νοσταλγία για το 2015, αλλά με πρόθεση να αρθρώσει κάτι διαφορετικό. Ίσως πιο ώριμο και στοχαστικό.
Η επιστροφή του, αν και άτυπη προς το παρόν, δεν έγινε στο κενό. Τις τελευταίες εβδομάδες έχει πολλαπλασιάσει τις παρεμβάσεις του: άρθρα, δημόσιες τοποθετήσεις, επαφές με ανθρώπους εκτός ΣΥΡΙΖΑ. Όλα δείχνουν πως επεξεργάζεται μια νέα πολιτική πλατφόρμα, όχι ως παρακολούθημα του παλιού, αλλά ως κάτι ριζικά καινούργιο.
Το πολιτικό κενό στην Κεντροαριστερά δεν είναι απλώς υπαρκτό. Είναι εκκωφαντικό. Κανείς δεν φαίνεται ικανός να το γεμίσει με πειστικότητα και προοπτική. Ο Τσίπρας το αντιλαμβάνεται. Χρησιμοποιεί την παραίτησή του από τη Βουλή ως συμβολική έξοδο από το φθαρμένο, ως βήμα απελευθέρωσης από τους περιορισμούς του παρελθόντος.
Δεν επιδιώκει να αναπαλαιώσει τον παλιό του ρόλο. Στοχεύει στη διαμόρφωση ενός νέου πολιτικού χώρου που θα απευθύνεται στους “πολιτικά άστεγους”: νέους, επισφαλείς εργαζόμενους, κοινωνικά αποκλεισμένους, σε όσους δηλαδή δεν νιώθουν πια ότι εκπροσωπούνται από κανένα κόμμα. Αν καταφέρει να συνθέσει μια πολιτική πρόταση που δεν κουβαλά τα βαρίδια του χθες, αλλά αντλεί νομιμοποίηση από τις αγωνίες του σήμερα, ίσως καταφέρει να μιλήσει ξανά σε ένα ευρύτερο ακροατήριο.
Αυτό όμως δεν είναι απλό. Ο πολιτικός χρόνος σήμερα δεν συγχωρεί. Οι πολίτες έχουν “καεί” πολλές φορές για να συγκινούνται ξανά με μεγάλα λόγια και συνθήματα. Θέλουν πράξεις, σχέδιο, αξιοπιστία. Θέλουν πολιτική με νεύρο, όχι επικοινωνία με εφέ. Όσοι δεν μπορούν να το προσφέρουν, απλώς περιθωριοποιούνται.
Αν ο Τσίπρας σκοπεύει να επανέλθει, θα χρειαστεί κάτι περισσότερο από πολιτικό ένστικτο. Θα χρειαστεί πειστικό αφήγημα, όχι επανάληψη του αντιμνημονιακού θυμού, αλλά ένα σχέδιο που να ενσωματώνει ρεαλισμό, προοδευτική κατεύθυνση και κοινωνική δικαιοσύνη. Θα χρειαστεί καθαρές δεσμεύσεις και μια νέα ομάδα χωρίς τα φθαρμένα πρόσωπα του παρελθόντος. Θα χρειαστεί να δώσει σχήμα και ουσία σε μια νέα πολιτική, πιο ουσιαστική, λιγότερο “χαρισματική” και πιο συλλογική.
Το brand “Τσίπρας” από μόνο του δεν αρκεί. Αντιθέτως, είναι πλέον ένα διφορούμενο κεφάλαιο. Η επιτυχία του δεν θα κριθεί στο αν θα επιστρέψει, αλλά στο αν θα πείσει ότι έχει αλλάξει. Ότι έχει μάθει. Ότι μπορεί να ενσαρκώσει κάτι ώριμο, μεταρρυθμιστικό και σύγχρονο, που να ανταποκρίνεται στις ανάγκες της κοινωνίας του 2025.
Το πραγματικό στοίχημα δεν είναι η επιστροφή του, αλλά η ικανότητά του να πείσει ότι έχει αλλάξει. Αν δεν το καταφέρει, θα είναι μια απλή επανάληψη. Αν το καταφέρει, ίσως δούμε την πιο ώριμη και αναγκαία πολιτική του πράξη.