Τι είναι η κακοποίηση ανηλίκου, ποιες οι μορφές της και πώς μπορούμε να καταλάβουμε ότι ένα παιδί χρειάζεται βοήθεια

Γράφει η Ψυχολόγος Μαριάννα Αγγελοπούλου

Είναι γεγονός ότι ο αριθμός των καταγγελιών κακοποίησης και δη σεξουαλικής, σε βάρος ανηλίκων έχει αυξητική τάση. Δεν είναι ακόμη σαφές αν πρόκειται για πρωτοφανές φαινόμενο ή μια χρόνια κεκαλυμμένη συνθήκη που «ξεσκεπάστηκε». Για την καλύτερη κατανόηση του φαινομένου θα χρειαστεί να αποσαφηνιστεί η έννοια της κακοποίησης ανηλίκων με την παράθεση κάποιων βασικών ορισμών.

Σύμφωνα με τον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (2006) η παιδική κακοποίηση αφορά κάθε άτομο ηλικίας κάτω των 18 ετών. Περιλαμβάνει κάθε μορφή σωματικής και / ή συναισθηματικής κακομεταχείρισης, σεξουαλικής κακοποίησης, παραμέλησης ή αμελούς φροντίδας, εμπορικής ή άλλης εκμετάλλευσης, που βλάπτουν ή μπορούν δυνητικά να βλάψουν την υγεία, την επιβίωση, την αξιοπρέπεια ή την ανάπτυξη του παιδιού και που συμβαίνουν στο πλαίσιο κάποιας σχέσης ευθύνης, εμπιστοσύνης ή εξουσίας.

Η διάκριση των βασικών μορφών παιδικής κακοποίησης περιλαμβάνει τέσσερις τύπους. Συγκεκριμένα, τη σωματική, τη σεξουαλική, τη συναισθηματική κακοποίηση και την παραμέληση (WHO, 2006).

Οι τέσσερις τύποι

Αναλυτικότερα, αξίζει να αναφερθούν κάποια χαρακτηριστικά παραδείγματα:

Η σωματική κακοποίηση περιλαμβάνει συμπεριφορές που συνεπάγονται τη βλάβη ή την πιθανότητα βλάβης του παιδιού, όπως το έντονο τράνταγμα, το σπρώξιμο, τα διαφόρων ειδών χτυπήματα, τα χαστούκια, την πρόκληση εγκαυμάτων, το τράβηγμα (μαλλιών, αυτιών κ.λπ.), τη χρήση υπερβολικά ζεστού ή κρύου νερού, την απαγόρευση λήψης τροφής, νερού ή χρήσης της τουαλέτας κ.α.

Η παραμέληση αφορά στην κατ’ εξακολούθηση ή κατά περιπτώσεις αποτυχία των γονέων (ή των προσώπων φροντίδας) να φροντίσουν επαρκώς τις ανάγκες σε κάποιον από τους παρακάτω τομείς ευημερίας και ανάπτυξης των παιδιών: υγεία, εκπαίδευση, συναισθηματική ανάπτυξη, διατροφή, στέγη και ασφαλείς συνθήκες διαβίωσης. Διευκρινίζεται ότι υφίσταται διάκριση ανάμεσα στην παραμέληση και την ένδεια πόρων και δεν αποτελούν ταυτόσημες έννοιες.

Με τον όρο συναισθηματική κακοποίηση, γίνεται λόγος για την αδυναμία να παρασχεθεί ένα αναπτυξιακά κατάλληλο και υποστηρικτικό περιβάλλον στα ανήλικα άτομα. Γενικά, πρόκειται για κάθε είδους υποτιμητική, απορριπτική και επιθετική συμπεριφορά, όπως είναι η συνεχής ταπείνωση/γελοιοποίηση του παιδιού, η επικριτική στάση, η χρήση απειλών και εκφοβισμών, η συχνή αποδοκιμασία κ.α.

Στην κατηγορία της σεξουαλικής κακοποίησης εμπλέκεται το ανήλικο άτομο σε σεξουαλική δραστηριότητα την οποία δεν κατανοεί πλήρως, δεν είναι σε θέση/δεν είναι αναπτυξιακά ώριμο να δώσει συγκατάθεση και αντιβαίνει στους νόμους.

Συμπεριλαμβάνονται συμπεριφορές με και χωρίς επαφή, όπως τα ερωτικά φιλιά, η θωπεία των γεννητικών οργάνων ή ο εξαναγκασμός να θωπεύσει τα γεννητικά όργανα ενηλίκου, η συνουσία, η επιβεβλημένη επίδειξη γεννητικών οργάνων ενήλικα, εξαναγκασμό στη θέαση πορνογραφικού υλικού κ.α.

Εν συνεχεία, αξίζει να τονιστεί ότι η καταγγελία περιστατικών κακοποίησης παιδιών και εφήβων συναντά συχνά μια πληθώρα δυσκολιών και κωλυμάτων. Το πρώτο σημείο αναφοράς των παιδιών -εκτός οικογενειακού περιβάλλοντος- είναι το σχολικό περιβάλλον, είτε μέσω άμεσης εκμυστήρευσης εκ μέρους του παιδιού είτε μέσω ενδείξεων.

Οι πρώτες ενδείξεις

Το Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού (2013) προτείνει μια σειρά πρώτων ενδείξεων που μπορούν να γίνουν αντιληπτές από έναν εκπαιδευτικό. Σε σωματικό επίπεδο ενδεχομένως να παρατηρηθούν (ιδιαίτερα ύστερα από παρατεταμένη απουσία) σημάδια ορισμένου σχήματος ή που έχουν προκληθεί από χέρι ή συγκεκριμένο αντικείμενο, οι εκδορές και οι μώλωπες χωρίς σαφή ή με αντιφατική επεξήγηση και οι μώλωπες σε ασυνήθιστα μέρη του σώματος.

Επιπροσθέτως, σε συμπεριφορικό επίπεδο εφιστούν την προσοχή των εκπαιδευτικών: η εκδήλωση επιθετικών συμπεριφορών ως προς άλλα παιδιά ή η υπόσταση σχολικού εκφοβισμού, η παραβατική συμπεριφορά, οι ελλιπείς διαπροσωπικές σχέσεις με συνομήλικους και η ασυνήθιστα παρατεταμένη παραμονή στο σχολικό πλαίσιο (είτε αρκετά νωρίτερα, πριν την έναρξη του προγράμματος είτε η καθυστερημένη αποχώρηση μετά τη λήξη).

Τέλος, ένας επιπλέον τομέας που πλήττεται είναι η σχολική επίδοση. Χαρακτηριστικά παραδείγματα αποτελούν ο μεγάλος αριθμός απουσιών, η δυσκολία ολοκλήρωσης εργασιών (που δεν οφείλεται σε μαθησιακή δυσκολία), η ξαφνική μείωση της σχολικής επίδοσης και η αποφυγή του μαθήματος της γυμναστικής.

Όσον αφορά στις περιπτώσεις σεξουαλικής κακοποίησης οι Αγάθωνος-Γεωργοπούλου και συν. (1998) προτείνουν ένα σύνολο συμπτωμάτων, όπως η απομόνωση, η ενασχόληση με σεξουαλικά θέματα σε εκτεταμένο βαθμό, η επιθετικότητα και η εκδήλωση καταθλιπτικών στοιχείων, άγχους και αμφιθυμίας. Αρκετές φορές τα μικρότερα παιδιά εκφράζονται μέσω της εκδραμάτισης (ζωγραφιές, παιχνίδι) με παραστάσεις σεξουαλικού περιεχομένου.

Οι έφηβοι ενδέχεται να καταφύγουν σε χρήση αλκοόλ και ουσιών και γενικά σε παραβατική συμπεριφορά, να εξαφανίζονται (φυγή) ή ακόμα και να εκδηλώνουν αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές.

Σε αυτό το σημείο είναι απαραίτητο να σημειωθεί ότι τα ως άνω συμπτώματα αποτελούν ενδείξεις που χρήζουν περαιτέρω διερεύνησης χωρίς να συνεπάγεται απαραιτήτως αιτιώδης σχέση.

Συνοψίζοντας, διαφαίνεται μέσω τέτοιων παραδειγμάτων ο καίριος ρόλος του εκπαιδευτικού. Ο ίδιος δεν περιορίζεται σε μαθησιακούς και γνωστικούς στόχους, αλλά αποτελεί ένα πρόσωπο εμπιστοσύνης και σημείο αναφοράς.

Βιβλιογραφία:

World Health Organization. (2006). Preventing child maltreatment : a guide to taking action and generating evidence / World Health Organization and International Society for Prevention of Child Abuse and Neglect. Αγάθωνος – Γεωργοπούλου, Ε. (1998).

Οδηγός για την αναγνώριση και αντιμετώπιση της κακοποίησης και παραμέλησης του παιδιού. Αθήνα: Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού. Ινστιτούτο Υγείας του Παιδιού (2013).

Οδηγός Εφαρμογής του Πρωτοκόλλου Διερεύνησης, Διάγνωσης και Διαχείρισης Κακοποίησης – Παραμέλησης Παιδιών για Επαγγελματίες.

Προηγούμενο άρθροΠερίπτερο: Η ιστορία ενός αμιγώς ελληνικού φαινομένου
Επόμενο άρθροΓέμισε το Μουσείο Μαραθωνίου Δρόμου στην κοπή πίτας του Τελμησσού (φωτογραφίες)