“Πρώτα κολύμπησα, μετά περπάτησα” είναι η πρώτη φράση του βιβλίου της Γιούρσα Μαρντίνι, ολυμπιακής κολυμβήτρια και προσφύγισσας από τη Συρία που θα συμμετάσχει στους Ολυμπιακούς Αγώνες του Τόκιο, εκπροσοπώντας τους ίδιους τους πρόσφυγες.
To 2015 δυο αδελφές εγκαταλείπουν τη Συρία και επιβιβάζονται σε μια βάρκα, όπου το πρώτο πράγμα που ακούνε είναι ότι, κατα πάσα πιθανότητα, θα πεθάνουν προσπαθώντας να πάνε στην Ελλάδα. Η βάρκα ναυαγεί και η Γιούρσα Μαρντίνι και η αδελφή της τη σέρνουν μαζί με ακόμα δύο άντρες, κολυμπώντας επί τέσσερις ώρες προσπαθώντας να φτάσουν στη στεριά της Λέσβου.
Στο βιβλίο της, που ονομάζεται “Πεταλούδα” εξιστορεί με κάθε λεπτομέρεια όλο το ταξίδι της μέχρι να καταφέρει να φτάσει στη Γερμανία.
View this post on Instagram
Το τραγικό μέρος της ιστορίας δεν τελειώνει καθόλου με τη βάρκα που άρχισε να μπάζει νερά λίγες ώρες πριν τις ακτές της Λέσβου. Από τους διακινητές στην Κωνσταντινούπολη μέχρι και τις τεράστιες δυσκολίες που αντιμετώπισε διασχίζοντας την Ευρώπη, περνώντας από χώρα σε χώρα, χάνοντας αντικείμενα, υπό σύλληψη και χωρίς αντοχές, η ιστορία της 23χρονης, ολυμπιακής πλέον κολυμβήτριας και πρόσφύγισσας και της αδελφής της είναι από αυτές που δεν μπορούμε να πιστέψουμε πως είναι αληθινές.
Περπατώντας και διασχίζοντας 35 χώρες, τα κορίτσια όχι μόνο καταφέρνουν να επιβιώσουν των χειρότερων συνθηκών αλλά η Γιούρσα κρατάει άσβεστη τη θέλησή της να ξαναμπεί στο νερό και να παλέψει για να αγωνιστεί στους Ολυμπιακούς Αγώνες.
Στα 14 της είχε εκπροσωπήσει στο παγκόσμιο πρωτάθλημα τη Συρία. Το 2016, με υποτροφία από τη Επιτροπή Ολυμπιακής Αλληλεγγύης της ΔΟΕ και υπό την Ολυμπιακή σημαία καταφέρνει να ταξιδέψει στο Ρίο για τους Ολυμπιακούς Αγώνες και να προκριθεί μέχρι τους ημιτελικούς.
Πριν βρεθεί στους τωρινούς Ολυμπιακούς του Τόκιο, γίνεται πρέσβειρα της Ύπατης Αρμοστείας του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες και δεν εκπροσωπεί ούτε τη Γερμανία, ούτε τη Συρία, αλλά είναι μέρος της -σχεδόν νεοσύστατης- Ολυμπιακής Αθλητικής Ομάδας για τους πρόσφυγες.
“Πρώτα κολύμπησα, μετά περπάτησα” είναι η πρώτη φράση του βιβλίου της. Αφηγείται ότι, με πατέρα προπονητή, τόσο εκείνη όσο και η αδελφή της έμαθαν να κολυμπούν από νήπια γιατί ο πατέρας τους τις πετούσε στην πισίνα από μωρά. Τόσο η αντοχή όσο και η δεινή γνώση κολύμβησης είναι αυτή που κατάφερε να σώσει τα δύο κορίτσια αλλά και τους υπόλοιπους 18 πρόσφυγες πάνω στη βάρκα εκείνη την τραυματική νύχτα στο Αιγαίο.
Δεν ξέρουμε τι θα γινόταν αν τα κορίτσια δεν είχαν μάθει καθόλου κολύμπι ή δεν είχαν συμμετάσχει σε παγκόσμια πρωταθλήματα κολύμβησης. Η ιστορία χιλιάδων άλλων ανθρώπων και δη γυναικών και κοριτσιών που δεν έμαθαν ποτέ να κολυμπούν βρίσκεται μάλλον σε κάποιον υγρό βυθό της Μεσογείου.
Γράφω κορίτσια γιατί το ποσοστό των γυναικών που μπορεί να κολυμπήσει σε ολόκληρο τον κόσμο είναι 1 στις 3, σε αντίθεση με το ποσοστό των ανδρών που φτάνει τους 6 στους 10. Στη Νοτιοανατολική Ασία και στη Μέση Ανατολή μόνο το 28% των γυναικών δηλώνουν ότι ξέρουν κολύμπι, στην Ανατολική Ασία και στη Βόρεια Αφρική μόνο το 17%. Στις χώρες αυτές, τα ποσοστά των αντρών κυμαίνονται από το 53% στο 80%.
Οι γυναίκες δεν αναμένεται να τρέξουν για τη ζωή τους. Ούτε να τρέξουν, ούτε να κολυμπήσουν, ούτε να κάνουν κάποια φυσική δραστηριότητα που θα τους επιτρέψει να γλιτώσουν τον κίνδυνο. Η αντίληψη αυτή είναι ένα μείγμα, φυσικά, σεξισμού και της νοοτροπίας στασιμότητας πο συνοδεύει το γυναικείο φύλο. Οι γυναίκες φροντίζουν το σπίτι και τα παιδιά και αναμένεται, και εκείνες και τα νεαρά κορίτσια, όχι μόνο σε πολέμους αλλά και σε μεγάλες φυσικές καταστροφές, να μείνουν πίσω.
Η φυσική αγωγή, το τρέξιμο και το κολύμπι που είναι οι δύο βασικότερες δραστηριότητες για να διασχίζεις ζωντανός στεριά και θάλασσα δεν είναι αποδεκτό να ασκούνται από γυναίκες γιατί οι γυναίκες, συνήθως, μένουν.
Η ιστορία της Γιούρσα και της αδελφής της είναι αυτούσια σημαντικές για το απίστευτο θάρρος και την αντοχή τους αλλά και γιατί φαίνεται να είναι εκείνες οι φωτεινές εξαιρέσεις κοριτσιών που έμαθαν, ευτυχώς, από μικρές κολύμπι.