Γράφει ο Παναγιώτης Γκιάλπης

Είναι άγραφος κανόνας για τους δημοσιογράφους να μην γράφουν ποτέ σε πρώτο πρόσωπο. Θα μου επιτρέψετε να τον παραβώ, άλλωστε αυτό το κείμενο δεν είναι δημοσιογραφικό κι εγώ δεν είμαι δημοσιογράφος…

Μπορεί ο τίτλος να μοιάζει σε κάποιους υπερβολικός, αλλά για όσους γνωρίζουν πρόσωπα και πράγματα στον Μαραθώνα και δη για το τι συμβαίνει στην ιστορικότερη ομάδα του δήμου μας, δυστυχώς αποτυπώνει την πραγματικότητα.

Βρίσκομαι δίπλα στη Μάχη από μικρό παιδάκι. Ένα μεγάλο μέρος της ζωής μου το πέρασα σε αυτή την ομάδα ως ποδοσφαιριστής και αργότερα ως παράγοντας και ήμουν δίπλα της ακόμα και όταν δεν είχα κάποιο θεσμικό ρόλο. Από το 1947, έτος ίδρυσής της και για δεκαετίες ολόκληρες, αποτελούσε πόλο έλξης όχι μόνο για τους Μαραθωνίτες, αλλά και για τους κατοίκους γειτονικών χωριών. Έρχονταν ποδοσφαιρόφιλοι από τη Ραφήνα, τη Νέα Μάκρη, το Γραμματικό, τον Βαρνάβα αλλά και το Καπανδρίτι και τα Κιούρκα για να τη δουν να αγωνίζεται και να φτάνει να διεκδικεί μέχρι και άνοδο στη Δ’ Εθνική.

Πολύ περισσότερο, αθλητές από όλες αυτές τις περιοχές, αλλά και από πιο μακρινές ακόμα, έκαναν προσπάθεια για να ενταχθούν στη Μάχη, που αποτελούσε φόβητρο στις ερασιτεχνικές κατηγορίες, ακόμα και σε περιόδους που δεν ήταν στα καλύτερά της.

Είχα την τιμή να ζήσω με τη Μάχη πολλές μεγάλες επιτυχίες της, να είμαι παίκτης της ακόμα και στον τελικό Κυπέλλου του 1991 με τον Χολαργό στη Λεωφόρο, παίζοντας μπροστά σε 3.000 Μαραθωνίτες και συνολικά 8.000 φιλάθλους (στη φωτό η αρχική ενδεκάδα της Μάχης στον τελικό).

Όπως συμβαίνει με όλες τις ιστορικές ομάδες, η Μάχη πέρασε και δύσκολα χρόνια. Πέτρινα. Βρέθηκε και στις χαμηλότερες κατηγορίες, να παίζει με αντιπάλους που δεν της άξιζαν. Πάντα όμως έβρισκε τον τρόπο να έρχεται στο επίπεδο που της αναλογούσε. Αυτό συνέβαινε γιατί κοντά της υπήρχαν Μαραθωνίτες που θυσίαζαν χρόνο, δυνάμεις και περιουσίες για να τη στηρίξουν, κάτι που σήμερα δυστυχώς δεν συμβαίνει. Δεν υπάρχει άνθρωπος που να ασχολήθηκε με τη Μάχη Μαραθώνα και να μην έχει προσφέρει, άλλος λιγότερο και άλλος περισσότερο.

Πριν τρία χρόνια, με την τοποθέτηση του καινούργιου τάπητα στο γήπεδο, που είναι από τους κορυφαίους στην Αττική, θεωρήσαμε ότι μπήκαν βάσεις ώστε η ομάδα να προσελκύσει αθλητές και να ανέβει ξανά επίπεδο. Ερχόμενοι στο σήμερα, βλέπουμε με αδιανόητη λύπη τις προσδοκίες μας να έχουν διαψευστεί παταγωδώς καθώς παρά τις μεγάλες και φιλότιμες προσπάθειες που καταβάλει η διοίκηση, τα προβλήματα γιγαντώνονται.

Δεν είναι τόσο ότι η Μάχη κινδυνεύει να χάσει την κατηγορία και να βρεθεί στη Γ ΕΠΣΑΝΑ. Αυτά είναι εφήμερα. Άλλα είναι τα σημαντικότερα προβλήματα. Βλέποντας την απαξίωση, ταλέντα της περιοχής που θα μπορούσαν να την επανδρώσουν, επιλέγουν να φύγουν για άλλες ομάδες. Γονείς προτιμούν να γράψουν τα παιδιά τους σε άλλες ακαδημίες γνωρίζοντας ότι τα τελευταία χρόνια έχει διαλυθεί όχι μία, αλλά δύο φορές η Κ-17. Σημερα, ο βασικός αιμοδότης της πρώτης ομάδας έχει στερέψει, με αποτέλεσμα το μέλλον να είναι αβέβαιο. Η Μάχη είναι αδύνατο να διοικηθεί από έναν άνθρωπο, όσο καλή πρόθεση κι αν έχει.

Ξέρω καλά ότι τις ίδιες αγωνίες με μένα έχουν κι άλλοι Μαραθωνίτες. Ακόμα κι αυτοί που συνειδητά έχουν επιλέξει να απέχουν. Είναι η στιγμή να ενεργοποιηθούμε όλοι όσοι πονάμε τη Μάχη, ολόκληρος ο Μαραθώνας ει δυνατόν, όχι με φιλολογίες, αλλά εμπράκτως, προκειμένου να βγάλουμε την ομάδα από το αδιέξοδο. Είτε του χρόνου παίζει στη Β, είτε στη Γ ΕΠΣΑΝΑ. Αυτό μικρή σημασία έχει…

Ελπίζω να διαψευστούν όσοι ψιθυρίζουν ότι μια τόσο ιστορική ομάδα βρίσκεται ένα βήμα πριν τη διάλυση. Είναι χρέος μας να τους διαψεύσουμε, αρκεί να καθίσουμε γύρω από ένα τραπέζι παραμερίζοντας τις όποιες διαφορές και διαφωνίες μας. Για να σωθεί η Μάχη, χρειάζεται πραγματική μάχη…

Προηγούμενο άρθροΔιαμαρτυρία του Συλλόγου Γονέων για την κατάσταση στο Νηπιαγωγείο Γραμματικού (φωτογραφίες)
Επόμενο άρθροΚέντρο Υγείας Νέας Μάκρης: Ο Χριστοδουλάκης πήγε στη Βουλή το θέμα της υποστελέχωσης