Αποδεικτικά στοιχεία στημένων αγώνων έχουν εντοπιστεί από αρχαιοτάτων χρόνων ενώ η ιστορία των στημένων αγώνων συσχετίζεται άμεσα με την ιστορία του παράνομου τζόγου.
Στους Αρχαίους Ολυμπιακούς Αγώνες, συναντά κανείς πάρα πολλούς ισχυρισμούς και κατηγορίες εις βάρος αθλητών που δέχονταν δωροδοκίες για να χάσουν έναν αγώνα ενώ οι πόλεις-κράτη συχνά προσπαθούσαν να χειραγωγήσουν το αποτέλεσμα έναντι μεγάλων χρηματικών ποσών για να κερδίσουν πρεστίζ και οι ελίτ τους να επωφεληθούν πολιτικά.
Η μη τήρηση του ”ευ αγωνίζεσθαι”, παρέμεινε παρά τον όρκο που έδινε κάθε αθλητής για να προστατεύσει την ακεραιότητα των Αγώνων και την αυστηρή τιμωρία που μερικές φορές επιβάλλονταν σε όσους πιάνονταν.
Στην Ολυμπία ανεγέρθηκαν 16 αγάλματα από τον τέταρτο αιώνα π.Χ. και μετά, με τα χρήματα των προστίμων που επιβλήθηκαν σε άτομα ή πόλεις που είχαν κριθεί ένοχοι για δωροδοκία στους Ολυμπιακούς Αγώνες. Μάλιστα, η τοποθεσία αυτών των αγαλμάτων δεν ήταν διόλου τυχαία: Οι αθλητές έπρεπε να περάσουν μπροστά τους όταν πήγαιναν στον στίβο για να τους υπενθυμίζουν την ανάγκη για έντιμους αγώνες.
Οι επιγραφές τόνιζαν ότι οι αθλητές πρέπει να κερδίζουν χάρη στη δύναμη ή την ταχύτητα τους και όχι λόγω χρημάτων. Eπιπλέον, δεν τιμωρούνταν μόνο οι αθλητές, αλλά και εκείνοι που δωροδοκούσαν. Κατά τη διάρκεια των 98ων Ολυμπιακών Αγώνων, το 388 π.Χ., ένας πυγμάχος ονόματι Εύπολος φέρεται να δωροδόκησε τους τρεις αντιπάλους του για να τον αφήσουν να κερδίσει με αποτέλεσμα και στους τέσσερις άνδρες να επιβληθεί πρόστιμο. Το 68 π.Χ., κατά τη διάρκεια των 178ων Ολυμπιακών Αγώνων, ο Εύδελος πλήρωσε έναν Ρόδιο για να τον αφήσει να κερδίσει έναν προκριματικό αγώνα πάλης. Πρόστιμο πλήρωσαν τόσο οι άνδρες όσο και η πόλη της Ρόδου.
Παρόμοιο υλικό υπάρχει και στον αρχαίο ρωμαϊκό κόσμο. Ένα συμβόλαιο από την Οξύρρυγχο της Άνω Αιγύπτου γραμμένο σε πάπυρο που χρονολογείται από το 267 μ.Χ., παρείχε αδιάσειστες αποδείξεις για στημένα ματς.
Ο ιστορικός Ντόμινικ Ράθμπον του King’s College του Λονδίνου εξέτασε προσεκτικά τον εν λόγω απόσπασμα, ανάμεσα σε 500.000 άλλα που βρέθηκαν σε πάπυρους. Αφορά έναν αγώνα πάλης μεταξύ δύο εφήβων, το 267 μ.Χ.
Το συμβόλαιο συνήφθη μεταξύ του πατέρα ενός παλαιστή με το όνομα Νικαντίνος και των προπονητών του Δημήτριου που επρόκειτο να παλέψουν στον τελικό της 138ης «Μεγάλης Αντινοείας», που ήταν μια σειρά αγώνων που διεξήχθησαν κατά τη διάρκεια θρησκευτικής γιορτής στην Αντινοόπολη ή Αντινόη της Αιγύπτου.
Το συμβόλαιο προαπαιτεί ότι o Δημήτριος «κατά τη διάρκεια του αγώνα πρέπει να πέσει τρεις φορές και στη συνέχεια να παραδοθεί». Ως αντάλλαγμα, θα ανταμειφθεί με «τρεις χιλιάδες οκτακόσιες ασημένιες δραχμές».
Μολονότι, όπως προαναφέραμε, ορισμένοι αρχαίοι Έλληνες συγγραφείς όπως ο Παυσανίας κάνουν νύξεις για στημένους αγώνες, σύμφωνα με τον Ράθμπον, «Αυτό είναι το πρώτο καταγεγραμμένο σε πάπυρο αποδεικτικό στοιχείο γραμμένο για δωροδοκία σε αθλητικό αγώνα». Η συμφωνία διευκρινίζει επίσης ότι εάν ο Δημήτριος δεν τηρήσει τη συμφωνία και κερδίσει τον αγώνα, το αγόρι και οι συν αυτώ θα πρέπει να καταβάλλουν ποινή ίση με 18.000 δραχμές.
Επιπλέον, το συμβόλαιο περιείχε μια ρήτρα σύμφωνα με την οποία ο Δημήτριος θα έπαιρνε τα χρήματά του ακόμα και εάν οι κριτές κρίνουν ότι ο αγώνας ήταν στημένος και αρνούνταν να δώσουν τη νίκη στον Νικαντίνο.