Η ιστορία του τυροπιτάδικου που επί 28 χρόνια άνοιγε το απόγευμα και μέχρι τη 01.00 είχε ξεπουλήσει
Γράφει ο Κώστας Ζοργιός
Τραβήξτε λίγο την κουρτίνα. Ξεχάστε το μέρος που πληγώθηκε και προσπαθεί να ξαναβρεί τα χρώματά του, τους γονείς που κατεβαίνουν με τα παιδιά και τις φουσκωτές κουλούρες παραμάσχαλα στην παραλία, τους χιλιάδες τουρίστες του καλοκαιριού που κάνουν τη βόλτα τους και τρώνε ψαράκι και χωριάτικη.
Ξανανοίξτε την. Είναι αρχές δεκαετίας του ’70, μέσα στην περίοδο της επταετίας. Το Μάτι ερημώνει κάθε χειμώνα, ελάχιστοι πιστοί ζουν εδώ μόνιμα. Οι αυλές των σπιτιών που έχουν φτιαχτεί όπως όπως, αρχίζουν να γεμίζουν από τον Μάιο και η περιοχή αποκτά ζωή μέσα στο καλοκαίρι.
Οι χωμάτινοι δρόμοι είναι γεμάτοι από ποδήλατα και παιδικές φωνές, το ποδόσφαιρο με πέτρες και μπλούζες αντί δοκαριών έχει την τιμητική του και οι μεγαλύτεροι καταπιάνονται με διάφορες δουλειές πριν στρωθεί το μεσημεριανό οικογενειακό τραπέζι. Το απόγευμα… παγώνουν όλα. Είναι 19.00 και η ουρά έξω από το τυροπιτάδικο της Δήμητρας ήδη ξεπερνά τα 100 μέτρα…
Έτσι ξεκίνησαν όλα
Η ιστορία ξεκινά μισό αιώνα νωρίτερα. Ο Τάσος Γουναρίδης φτάνει στη Νέα Ιωνία με τη μητέρα και τις αδελφές του από τη Σπάρτη της Μικράς Ασίας. Ξεριζωμένοι πρόσφυγες, προσπαθούν να χτίσουν μια καινούργια ζωή και από πολύ μικρή ηλικία μπαίνει στην αγωνία του μεροκάματου. Η μοίρα και η τύχη τον φέρνουν να εργάζεται αρχικά ως κουλουράς στους δρόμους και σιγά σιγά να μαθαίνει την τέχνη του φυλλαδόρου.
Η οικογένεια ζει πουλώντας χωριάτικο φύλλο, φύλλο κρούστας και κανταΐφι, ο Γουναρίδης καθιερώνεται στη συνείδηση των ντόπιων για την ποιότητά του και το 1941 γνωρίζει την Δήμητρα, μια δυναμική γυναίκα με την οποία θα χτίσουν τη μικρή τους αυτοκρατορία. Το 1945 ανοίγουν στη Νέα Ιωνία το τυροπιτάδικο «Δήμητρα» και η φήμη τους εξαπλώνεται πολύ γρήγορα.
Η «Δήμητρα» έρχεται στο Μάτι
Αρκετά χρόνια αργότερα και αφού όλα πια έχουν πάρει τον δρόμο τους και το μαγαζί μεγαλουργεί, ο Γουναρίδης κάνει μια επένδυση. Κάθε τόσο, για να ξεσκάσει από τη δουλειά, έρχεται με την παρέα του στο Μάτι και τελικά αποφασίζει να αγοράσει ένα οικόπεδο.
Το 1972, οι δυο τους, που πια έχουν τρία αγόρια, ανοίγουν στην Περικλέους το δεύτερό τους μαγαζί. Μπορεί στην εποχή που δεν υπάρχει ίντερνετ η αυτοκρατορία τους στη Νέα Ιωνία να μην είναι γνωστή στα μέρη μας, αλλά δεν χρειάζεται και πολύς χρόνος για να χτίσουν και στην περιοχή τον μύθο τους.
Στο ταμείο παίρνει θέση ο ένας τους γιος, Θανάσης. Ο άλλος τους γιος, Δαμιανός μαζί με τη σύζυγό του Αφροδίτη, την Έλλη (σύζυγο του Θανάση) και την δυναμική Δήμητρα είναι στην… παραγωγή και ο Τάσος Γουναρίδης κάνει τις δημόσιες σχέσεις έξω από το μαγαζί, που ξεκινά να δουλεύει κάθε Ιούνιο και κλείνει στα μέσα του Σεπτέμβρη.
Σπέσιαλ, τηγανιτές πατάτες, παγωτό και ατέλειωτες ουρές
Κάθε πρωί το βρίσκεις κλειστό, άλλωστε όλοι είναι ως ομάδα απασχολημένοι στη Νέα Ιωνία. Η «Δήμητρα» είναι ένα… after τυροπιτάδικο που ξεκινά στις 19.00 το απόγευμα και κλείνει περίπου στη 01.30. Σε έναν καταπράσινο χώρο, με πάγκους μέσα στα δέντρα, ο κόσμος απολαμβάνει την διάσημη τυρόπιτα με χειροποίητο φύλλο, τα θρυλικά κεφτεδάκια, τις τηγανιτές πατάτες, την κιμαδόπιτα και τη σπέσιαλ με τυρί, ζαμπόν και τομάτα που με τα χρόνια φτάνει σε σημείο να απειλήσει την πρωτοκαθεδρία της τυρόπιτας.
Σταδιακά, το μενού εμπλουτίζεται και με άλλες πίτες (λουκανικόπιτα, κολοκυθόπιτα), με σουβλάκι καλαμάκι, με ψητό κοτόπουλο, όπως επίσης και με δικό τους παγωτό καϊμάκι, παρφέ κρέμα-σοκολάτα και πεπόνι που το φτιάχνουν μέσα στο μαγαζί. Μια ολόκληρη ιεροτελεστία κάθε απόγευμα για τα παιδιά του Ματιού που μαζεύονται ξέροντας ότι όλο και κάποιο κέρασμα θα τους κάτσει…
Και οι ουρές δίνουν και παίρνουν, ξεκινώντας από την πόρτα του μαγαζιού και φτάνοντας λίγο πριν την Ποσειδώνος. Η πρώτη πολύ μεγάλη στις 23.00 και η δεύτερη στη 01.00 όταν τελειώνουν οι προβολές σε Μiami και Ρία…
«Κάθε μέρα έφευγαν πάνω από 1.000 τυρόπιτες και 30 κιλά κιμά»
«Σε μια καλή ημέρα, δηλαδή σχεδόν κάθε μέρα, έφευγαν πάνω από 1.000 τυρόπιτες και σπέσιαλ, τελείωναν 15 κιλά κιμά από τους κεφτέδες κι άλλα 15 από τις κιμαδόπιτες.
Κλείναμε και στο μαγαζί δεν έμενε τίποτα. Από τις 01.30 μέχρι τις 02.00 το πρωί καθαρίζαμε και το ετοιμάζαμε για την άλλη μέρα, πηγαίναμε για ύπνο για 3 ώρες και στις 05.00 φεύγαμε για Νέα Ιωνία, όπου δουλεύαμε μέχρι το μεσημέρι, ώστε να επιστρέψουμε και να ανοίξουμε στο Μάτι.
Οι ρυθμοί ήταν εξοντωτικοί, θυμάμαι ότι συχνά έβλεπα ανθρώπους να πίνουν έναν απλό καφέ στο μπαλκόνι τους και τους ζήλευα που είχαν έστω και αυτόν τον λίγο χρόνο για τον εαυτό τους», λέει στη MP η κυρία Αφροδίτη που έζησε πολλά χρόνια στην κουζίνα της πεθεράς της, Δήμητρας και παραδέχεται ότι «όταν πια κλείσαμε μπήκε ένας επίλογος, στα ωραία αλλά και πολύ κουραστικά χρόνια».
«Οι μνήμες από το μαγαζί στο Μάτι είναι πολύ έντονες. Οι πιο συχνοί μας πελάτες στο άνοιγμα ήταν τα πιτσιρίκια που ερχόντουσαν να πληρώσουν και τα χέρια τους δεν έφταναν στο ταμείο. Και μετά περνούσε όλη η γειτονιά, έρχονταν άνθρωποι από Ραφήνα, Νέα Μάκρη, Μαραθώνα μέχρι και από τη Λούτσα και οι τουρίστες που σάστιζαν βλέποντας τόσο κόσμο να περιμένει για μια τυρόπιτα ή τη μερίδα με τους τρεις κεφτέδες που έμοιαζαν με μπιφτέκια».
Η επιλεκτική κυρά-Δήμητρα και η μισή δραχμή στην πιτσιρικαρία
Για να δουλέψει το μαγαζί για αυτές τις πέντε ώρες, η προετοιμασία ήταν εξοντωτική. Η κυρά Δήμητρα ήταν πολύ επιλεκτική και αυστηρή και δεν έφτιαξε τυχαία όνομα. Για να φτιάξει τα σουβλάκια για παράδειγμα, δεν έπαιρνε έτοιμο κομμένο κρέας, αλλά αγόραζε τον χοίρο, τον ξεψάχνιζε η ίδια, έκοβε μπουκιές και οι υπόλοιποι τις περνούσαν μία μία στα καλαμάκια.
Έδινε στην πιτσιρικαρία της περιοχής που ήταν όλο το απόγευμα γύρω από το μαγαζί μαζί με τον εγγονό της και γιο της Αφροδίτης, Τάσο Γουναρίδη, χαρτιά για να φτιάξουν σκαφάκια φαγητού και πλήρωνε μισή δραχμή το ένα. Στο τέλος, μοίραζε σχεδόν ένα χιλιάρικο στα παιδιά που επειδή δεν προλάβαιναν να φτιάχνουν όσα χρειαζόταν το μαγαζί για τους πελάτες, ζητούσαν μόνα τους και δουλειά για το σπίτι για ένα έξτρα χαρτζιλίκι.
«Θα ρίξεις έξω το μαγαζί»
«Η γιαγιά ήταν ένας καλός και δοτικός άνθρωπος που ήξερε τι πρέπει να κάνει για να κρατήσει το μαγαζί σε ισορροπία. Ο παππούς Τάσος δεν έμπλεκε στα πόδια της, αλλά είχε αναλάβει να φέρνει κόσμο στο μαγαζί. Ήταν ένας πράος άνθρωπος, χαμογελαστός και πάντα ήθελε να σε κάνει να νιώθεις χαρούμενος.
Συχνά λοιπόν, έλεγε στους γνωστούς που περνούσαν ‘έλα να σε κεράσω μια τυρόπιτα’ και στο τέλος της ημέρας είχε κεράσει καμιά εικοσαριά. Αυτή ήταν και η μόνιμη διαμάχη με τη Δήμητρα που τον μάλωνε λέγοντας ότι θα ρίξει έξω το μαγαζί!», θυμάται ο Τάσος Γουναρίδης που στον χώρο που βρισκόταν η Δήμητρα έχτισε το σπίτι του και ζει εδώ και χρόνια μόνιμα στο Μάτι.
«Η ‘Δήμητρα’ κατάφερε να γίνει σημείο αναφοράς για το Μάτι και τη γενιά μου. Όλη η πιτσιρικαρία του Ματιού, έδινε ραντεβού ή στο μαγαζί ή στο Libra με τα ηλεκτρονικά στο λιμάνι. Πηγαίναμε σινεμά, περνούσαμε από τα πεϊνιρλί του Γιάννη και ξανακαταλήγαμε στη ‘Δήμητρα’ αργά το βράδυ».
Είκοσι οκτώ χρόνια μετά
Αυτές οι εικόνες, αυτή η αγαπημένη συνήθεια των Ματιωτών, κράτησε 28 ολόκληρα χρόνια. Από το 1972, μέχρι και το 2000, τελευταίο καλοκαίρι που λειτούργησε η «Δήμητρα». Η γιαγιά είχε φτάσει τα 80, η κούραση όλων ήταν τεράστια από τα χρόνια εργασίας σε εξαντλητικούς ρυθμούς και ο Τάσος Γουναρίδης, ο νεότερος, ανέλαβε να συνεχίσει την οικογενειακή παράδοση με το μαγαζί στη Νέα Ιωνία το οποίο και επέκτεινε με πωλήσεις πρώτης ύλης μέχρι και σε ξενοδοχεία.
Άλλα 24 χρόνια μετά, στο σήμερα, εξακολουθούν να τον ρωτούν ακόμα αν θα ξανανοίξει το μαγαζί. Οσοι δεν το γνώρισαν ή δεν το πρόλαβαν, το χουν καημό ότι δεν δοκίμασαν από την θρυλική τυρόπιτα. Αυτοί πάλι που το έζησαν έχουν να το λένε ότι δεν είδαν ποτέ τη κυρα-Δήμητρα με ρούχα. Ήταν πάντα με την άσπρη της μπλούζα και τον άσπρο της σκούφο πασπαλισμένη με αλεύρι…