Γράφει ο Κώστας Ζοργιός

Οι δρόμοι μας συναντήθηκαν ένα μεσημέρι Κυριακής τον Σεπτέμβριο του 2014. Πήρα μια στροφή που δεν έπαιρνα ποτέ, μάλλον γιατί έπρεπε να βρεθώ εκεί, να σε βρω χτυπημένο από αυτοκίνητο, μια σταλιά πλάσμα να κλαις δίπλα στο πεζοδρόμιο. Αν δεν σε βοηθούσα, θα το είχα βάρος μέχρι σήμερα. Σε βοήθησα και οι ζωές μας ενώθηκαν.

«Ξέρεις τι σκύλος είναι αυτός που βρήκες; Αυτός φίλε μου είναι Καυκάσιος, γίνονται μέχρι και 70-80 κιλά» μου είπε η κτηνίατρος. Και με τρόμαξε. Δεν είχα ποτέ τόσο μεγάλο σκύλο, δεν είχα καν δικό μου σκύλο. Ήσουν 2,5 κιλά, την επόμενη εβδομάδα 4,5 και τη μεθεπόμενη 7 κι ο εκπαιδευτής με προειδοποίησε: Θέλουν δουλειά αυτά τα σκυλιά και κοινωνικοποίηση.

Πήγαμε μαζί χιλιάδες βόλτες, μπήκαμε σε ταβέρνες, καφετέριες, μπαρ, κάναμε διακοπές και κάμπινγκ και γινόσουν πάντα σημείο αναφοράς. Ο καφέ «αγαθός γίγαντας», που δείχνει άγριος αλλά δεν αγριεύει ποτέ. Ο Μπόμπι που είχε εμπιστοσύνη σε όλους και που έλιωνε όποτε έβλεπε παιδί. Πάντα μαζευόμουν όταν τα πιτσιρίκια σε πλησίαζαν με άγνοια κινδύνου και με έκανες να νιώθω περήφανος που έχω έναν τόσο καλόκαρδο φίλο. Ποτέ μου δεν ήθελα έναν απλησίαστο «φύλακα».

Δύο μάυρα μάτια, ασύλληπτα μικρότερα σε σχέση με το μέγεθός σου, με κοιτούσαν πάντα με απόλυτη εμπιστοσύνη. Με παραπάνω αγάπη από όση άξιζα όταν στις μαύρες περιόδους σε παραμέλησα. Και με λατρεία, όταν στις καλές περιόδους έδωσα όρκο ότι δεν θα χάσω καμία βόλτα σου ακόμα κι αν χρειαστεί να βγούμε με παγοπέδιλα.

Κι ήρθαν τα παιδιά μου στη ζωή, είχες έννοια να τα προστατέψεις και υπομονή να τα κακομάθεις. Θα τα άφηνα 100 φορές μόνα μαζί σου χωρίς καμία ανησυχία, καμία αμφιβολία. Τόση εμπιστοσυνη σου είχα κι εγώ.

Πέρασαν τα χρόνια φίλε Μπόμπι. Κι όσο γρήγορα πέρασαν, τόσο γρήγορα αρρώστησες. Κάθε απόγευμα άνοιγα την πόρτα της αυλής με το άγχος να γυρίσεις το κεφάλι να με κοιτάξεις και να σηκωθείς νωχελικά, γέρικα, να έρθεις να χαιρετηθούμε. Κι έφτασε η Δευτέρα που δεν σηκώθηκες, ο χειρότερός μου εφιάλτης.

Φρόντισες ακόμα κι αυτό, να μου δώσεις χρόνο να το δουλέψω μέσα μου, όταν μια εβδομάδα νωρίτερα αργοπέθαινες αλλά βρήκες κουράγιο να σηκωθείς, να κάνουμε αυτή την τελευταία βόλτα στην παραλία. Να σου πω όσα είχα να σου πω και να σου ζητήσω συγγνώμη που 10 χρόνια φοβήθηκα να σου πάρω μια παρέα.

Κοντεύουν 50 μέρες και προσπαθώ να το περάσω ξώφαλτσα, να πείσω τον εαυτό μου ότι απλά έκλεισε ο κύκλος. Όταν σκέφτομαι, νιώθω ενοχές γιατί ξέρω ότι άλλοι περνούν πολύ δυσκολότερα και δεν έχω «δικαίωμα» να με στενοχωρεί τόσο η απώλεια ενός σκύλου. Μα δεν ήσουν απλός σκύλος, ήσουν μια σταθερά στην καθημερινότητά μου που χάθηκε, ο καλύτερός μου φίλος.

Γύρω σας υπάρχουν χιλιάδες σκυλιά, χιλιάδες ζώα που δίνουν αγώνα επιβίωσης στους δρόμους. Που ζουν σε κλουβιά και περιμένουν τα 20 λεπτά «προαυλισμού» στη μικρή τους φυλακή και τον άνθρωπο που θα τους ρίξει μια κλεφτή ματιά για να τους δώσει ελπίδα. Ζώα έτοιμα να προσφέρουν αγάπη, αλλά κανείς δεν τους δίνει την ευκαιρία. Υιοθετήστε, κάπου υπάρχει ο δικός σας καλύτερος φίλος και περιμένει. Κι όσο κι αν πονάει η απώλεια, αξίζει κάθε στιγμή…

Προηγούμενο άρθροΟ Μαραθωνοδρόμος που έτρεξε «για 7 εκατομμύρια πεινασμένους Έλληνες»
Επόμενο άρθροΑυτή κι αν είναι εξέλιξη: Σε ποιο ναό τοποθετήθηκε το πρώτο παγκάρι με POS