Του Βασίλη Πιστικίδη*

Φέτος συμπληρώνονται 100 χρόνια από τη Μικρασιατική Καταστροφή και από τον ερχομό των Τριγλιανών προσφύγων στην Ελλάδα, καθώς και 99 χρόνια από την πρώτη κατοίκησή τους στη Ραφήνα.

Στις 29 Αυγούστου του 1923, έχοντας αφήσει πίσω στις ακτές της Προποντίδας το βιος μιας ολόκληρης ζωής, αποβιβάζονται με τα λιγοστά υπάρχοντά τους, από το πλοίο «Ελλήσποντος» του Φίλιππου Καβουνίδη στη σημερινή παραλία «πλαζ», δίπλα από το λιμάνι. Είναι η πιο τραγική περίοδος για το σύνολο του Ελληνισμού της Ιωνίας, έχοντας βιώσει τον σκληρό δρόμο του ξεριζωμού και της προσφυγιάς.

Ξεκινούν από το μηδέν και στο απαλλοτριωμένο κτήμα Σκουζέ, βρίσκουν τόπο να ριζώσουν. Μαζί με τους λιγοστούς Αρβανίτες, Σαρακατσάνους και Κουμιώτες λιγνιτωρύχους που βρίσκονται εδώ, αλλά και Ευβοιώτες ψαράδες, πάλεψαν σκληρά να χτίσουν αυτόν τον τόπο, που σιγά-σιγά έγινε από χωράφια του Σκουζέ, κωμόπολη και εξελίχθηκε στη σημερινή σύγχρονη πόλη της Ραφήνας. Μια πόλη, που με την εσωτερική μεταπολεμική μετανάστευση, έχει πια κατοίκους από κάθε γωνιά της Ελλάδας.

Το δημοσίευμα αυτό δεν φιλοδοξεί να καταγράψει την ιστορία της Ραφήνας αλλά να εστιάσει, όσο είναι δυνατόν, στην πρώτη προσπάθεια των Τριγλιανών προσφύγων -μέχρι τα μέσα του 1930- να σταθούν στα πόδια τους σ΄ αυτόν τον νέο γι’ αυτούς τόπο.

Η παροχή γης για ένα νέο ξεκίνημα

Με το ΦΕΚ 245/Α στις 31 Αυγούστου 1923 που υπογράφει ο Αρχηγός Νικόλαος Πλαστήρας εκ μέρους της Επαναστάσεως, δημοσιεύεται η απόφαση «Περί απαλλοτριώσεως ιδιοκτησίας εν θέσει Ραφίνα της Αττικής προς ανασύστασιν της εν Μ. Ασία Ελληνικής Κοινότητας Τρίγλιας (Βιθυνίας)». Το συγκεκριμένο ΦΕΚ είναι η συνέχεια δύο άλλων σημαντικών αποφάσεων που δημοσιεύτηκαν νωρίτερα εκείνο το καλοκαίρι στην Εφημερίδα της Κυβερνήσεως «περί ακτημόνων καλλιεργητών» και «περί αγροτικής αποκαταστάσεως προσφύγων».

Η αναγκαστική αυτή απαλλοτρίωση του κτήματος του Αλεξάνδρου Σκουζέ (χωρίς να συμπεριλαμβάνει όλη την έκταση αφού εξαιρούνται με την ίδια απόφαση τα κτήματα σε Πικέρμι, Ντράφι και οι υπό εμφύτευση εκτάσεις του κτήματος) δίνει στους ταλαιπωρημένους από τον Αύγουστο του 1922 Τριγλιανούς πρόσφυγες τη γη για να ξεκινήσουν τη νέα τους ζωή. Μια γη που, πέρα από την μορφή της που μοιάζει με την τοπογραφία της Τρίγλιας Βιθυνίας, τους «υποδέχεται» χωρίς υποδομές και ένα επικίνδυνο έλος στις εκβολές του ρέματος που κόστισε και ζωές, αφού η ελονοσία άρχισε να τους κυνηγά στα αντίσκηνα και σε λίγα παραπήγματα που στήθηκαν για να στεγαστούν από τις Επιτροπές Περίθαλψης προσφύγων.

Ας σημειωθεί, ότι με ενέργειες των αδελφών Σταυρίδη, Τριγλιανών που πρόκοψαν στο εμπόριο, οι Τριγλιανοί πρόσφυγες, πεταμένοι ως τότε από την μοίρα στις αποβάθρες του Πειραιά ή στους αμμόλοφους της Καλαμαριάς, απέκτησαν έναν τόπο να ξεκινήσουν τη νέα τους ζωή. Αξίζει να θυμίσουμε ότι οι εκ Τρίγλιας Βιθυνίας πρόσφυγες εγκαταστάθηκαν στη Ραφήνα αλλά και στη Νέα Τρίγλια Χαλκιδικής, όπου εκεί απαλλοτριώθηκε το κτήμα Σουφλάρ της Ι.Μ. Βατοπεδίου. Οι δύο πόλεις σήμερα είναι αδελφοποιημένες. Ακόμα, ας λάβουμε υπόψη ότι σημαντικός αριθμός Τριγλιανών οικογενειών εγκαταστάθηκαν σε διάφορα μέρη της Ελλάδας, όπως στην Αθήνα, στη Θεσσαλονίκη, στην Καβάλα κι αλλού.

Στην άλλη μεριά του Αιγαίου…

Η Τρίγλια Βιθυνίας Μικράς Ασίας είναι μια από τις λίγες ελληνικές κοινότητες στην άλλη μεριά του Αιγαίου, στα ασιατικά παράλια της Προποντίδας μόλις 30 χιλιόμετρα από την Προύσα, με αμιγώς ελληνικό πληθυσμό που στην ακμή της μετρούσε 6.500 ψυχές από τις οποίες μόνο 30 με 40 οικογένειες είναι Τούρκοι. Χαρακτηριστικό ακόμα της ιστορίας των Τριγλιανών είναι ότι κατά τον διωγμό του 1922 και χάρη του μεγάλου ευεργέτη της κοινότητας, εφοπλιστή Φίλιππου Καβουνίδη, σώθηκαν όλοι από τους Τσέτες που κατέλαβαν την πόλη.

Ο καπετάν-Φίλιππος έστειλε τα πλοία του να γλυτώσει τους συμπολίτες του και αυτός ο ίδιος, επικεφαλής των πληρωμάτων του, μαζί με άλλους Τριγλιανούς γύρισε τις εκκλησιές παίρνοντας μαζί του τις θαυματουργές εικόνες της Παναγίας της Παντοβασίλισσας, την Αγία Επίσκεψη, τα Ευαγγέλια, τους Σταυρούς, τα αργυρά σκευή, τα άμφια και τα μουσικά όργανα της φιλαρμονικής της Τρίγλιας, που ο ίδιος είχε δωρίσει στη κωμόπολη.

Προσφυγές, διαμαρτυρίες και αντιπαλότητα

Το θέμα του καθορισμού των ορίων της κοινότητας απασχόλησε σε μεγάλο βαθμό το συμβούλιο της νεοσύστατης κοινότητας. Συχνότατες ήταν οι προσφυγές στη δικαιοσύνη για καταπάτηση των εδαφών της από όμορες κοινότητες, ενώ δεν έλειπαν και διαμαρτυρίες στον νομάρχη Αττικοβοιωτίας για το θέμα αυτό. Η αντιπαλότητα αυτή έχει και οικονομικό υπόβαθρο, αφού η οριοθέτηση εδαφών σχετίζεται άμεσα με το θέμα της γεωργικής παραγωγής και την εκμετάλλευση γεωργικών και δασικών προϊόντων.

Πρόκειται για μια έκφραση τοπικού ανταγωνισμού που συμβαίνει σε πολλές πόλεις της Ελλάδας, μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή, οπότε οι γηγενείς κάτοικοι έρχονται σε αντίθεση με τους πρόσφυγες.

Πολύ σημαντική ήταν και η οργάνωση του χώρου με κατασκευή έργων υποδομής που θα προσέδιδαν εικόνα αστικού χώρου στην κοινότητα. Ως έργα αλλαγής της όψης του συνοικισμού Ραφήνας μπορούμε να ξεχωρίσουμε τον σχεδιασμό ύδρευσης, τη διάνοιξη νέων οδών, την κατασκευή πεζοδρομίων, τη διαρρύθμιση των πλατειών και την προμήθεια λαμπτήρων πετρελαίου για τον κοινοτικό φωτισμό.

Ηλεκτροφωτισμός στη Ραφήνα

Το 1932 δίνεται άδεια στους αδελφούς Χρυσόγελου για τη δημιουργία της «αναδόχου εταιρείας ηλεκτροφωτισμού Ραφήνος». Η δαπάνη αυτή, αν και πολύ μεγάλη για την εποχή της, κρίθηκε αναγκαία «δια μίαν αξιοπρεπή και πεπολιτισμένην όψιν της κοινότητος ημών». Ο αγώνας, λοιπόν, για τη δημιουργία μιας κοινότητας διαφορετικής από τα γύρω Αρβανιτοχώρια, συνδέεται αφενός με την ύπαρξη ηλεκτρικού ρεύματος στην πόλη της Ραφήνας και στο μικρό υπάρχον λιμάνι ως σημείου διαφοροποίησης και υπεροχής της Ραφήνας από όλες τις κοινότητες της Ανατολικής Αττικής.

Το λιμάνι είχε διττή λειτουργικότητα: καθιστούσε την κοινότητα εμπορικό κέντρο της περιοχής, με τα πλοία και τα καΐκια που είχαν δρομολόγια από και προς τις Κυκλάδες και την Εύβοια, μεταφέροντας εμπορεύματα, είδη διατροφής (ψάρια, φρούτα) και μεταλλεύματα από τα λιγνιτωρυχεία της Διασταύρωσης. Επιπλέον, από τα μέσα της δεκαετίας του 1930 το λιμάνι και η παραλία γίνονται πόλοι έλξης θερινού παραθερισμού για τους Αθηναίους. Έτσι, είναι ζωτικής σημασίας η βελτίωση της εικόνας του χώρου, ώστε να αναδειχθεί ακόμα περισσότερο η περιοχή. Το 1937 μάλιστα, όπως μαρτυρούν τα πρακτικά των Κοινοτικών αποφάσεων, το 20% του προϋπολογισμού διατίθεται στη διαμόρφωση του χώρου του λιμανιού.

Καθ΄ όλη τη δεκαετία του 1930 γίνεται λόγος στα πρακτικά της κοινότητας για έργα καλλωπισμού των οδών, τοποθέτηση φρακτών, κατασκευή κρήνης στην κεντρική πλατεία, προμήθεια μεγάλων δένδρων για την είσοδο της πόλης. Όλες αυτές οι κινήσεις κατέτειναν στη δημιουργία ενός τουριστικού χώρου που θα είχε θετικό οικονομικό αντίκτυπο στους κατοίκους. Η σχέση λιμανιού και κατοίκων σε μια κατεύθυνση τουριστικής αξιοποίησης είναι πεποίθηση για όλους και μάλιστα, όταν το 1933 το υπουργείο Γεωργίας αποφάσισε την τοποθέτηση κάποιων αποθηκών στο λιμάνι, προέκυψαν ισχυρές διαφωνίες από τους κατοίκους που συνειδητοποίησαν ότι αυτές θα αποκρύψουν τη θέα προς τη θάλασσα και το λιμάνι και «θέλουσι επιφέρη μεγάλην ζημίαν διατί θα κληθή η θέα εις τον λιμένα».

Ο συνοικισμός στην πλατεία και η Διασταύρωση Ραφήνας

Ο σημερινός οικισμός γύρω από την πλατεία είναι χωράφια και επειδή τα υποστατικά και οι σκηνές δεν φθάνουν, κουβαλούν ξυλεία για να κατασκευάσουν παράγκες. Αρχές του 1924 ο αγγλικός οίκος «Χάμπρο», ύστερα από ανάθεση του Ελληνικού Δημοσίου, αρχίζει να κτίζει τον συνοικισμό σε οικόπεδα των πεντακοσίων τετραγωνικών μέτρων, έργο που τέλειωσε τον χειμώνα 1926-27.

Ο αρχικός σχεδιασμός προέβλεπε οικόπεδα του ενός στρέμματος, αλλά οι Τριγλιανοί, συνηθισμένοι από τον τόπο τους στην Τρίγλια να ζουν σε πολύ μικρότερες ιδιοκτησίες με σπίτια κτισμένα το ένα δίπλα στο άλλο, αντιδρούν και γίνεται διανομή οικοπέδων με έκταση 20 x 25 μέτρων. Τον Μάιο του 1928 με το ΦΕΚ 86Α αναγνωρίζεται «εις ιδίαν Κοινότητα ο συνοικισμός Ραφίνα υπό το όνομα “Κοινότης Ραφίνας” και με έδραν τον ομώνυμον συνοικισμόν», με μοναδικό σημαντικό οικισμό την εποχή εκείνη τη Διασταύρωση Ραφήνας, όπου, πριν ακόμη έρθουν οι πρόσφυγες, κατοικούσαν εκεί εργάτες λιγνιτωρυχείου.

Η ίδρυση της ποδοσφαιρικής ομάδας και οι πρώτες ασχολίες των προσφύγων

Το 1934 η Κοινότητα Ραφήνας απέκτησε ηλεκτροφωτισμό, δίκτυο ύδρευσης και έγιναν οι οριστικές διανομές γης, κλήρου. Το 1931 ιδρύθηκε και η ποδοσφαιρική ομάδα με την ονομασία «Αθλητική Ένωση Τρίγλιας Ραφήνας» με την Κοινότητα Ραφήνας να αγκαλιάζει την προσπάθεια, παραχωρώντας την έκταση για το γήπεδο Ραφήνας στη σημερινή θέση. Το όνομα της ομάδας μαρτυρά και την πρώτη ονομασία του τόπου αυτού που οι πρόσφυγες, εις ανάμνηση της αλησμόνητης πατρίδας, την ήθελαν Τρίγλια και σε παρένθεση έθεταν το Ραφήνα. Έτσι και η σφραγίδα του Ταχυδρομείου αλλά και τα λεωφορεία έγραφαν «Τρίγλια (Ραφήνα)». Η διπλή ονομασία σταμάτησε το 1954 μετά από απόφαση του τότε Κοινοτικού Συμβουλίου.

Οι πρώτες ασχολίες των προσφύγων για να ζήσουν τις οικογένειές τους είναι ο πρωτογενής τομέας παραγωγής, ασχολούμενοι με το ψάρεμα και με καθαρά γεωργικές δραστηριότητες κατά βάση «σταφύλων, φρούτων και γλεύκους παραγομένων εν τη κοινότητι ημών». Κατά τη διάρκεια του χρόνου, οι γεωργικές εργασίες εναλλάσσονται και αλληλοσυμπληρώνονται με εργασία στα δάση της περιοχής. Καρποί δένδρων, χόρτα, ξυλεία και ξυλάνθρακες που «ευρίσκονται εν αφθονία» είναι τα βασικά δασικά προϊόντα. Η χρήση και η εκμετάλλευση της δασικής γης καθώς και η ρητινοσυλλογή αποτελούσε αντικείμενο συνεχών δικαστικών διαμαχών. Πολλοί πρόσφυγες ασχολούνται παράλληλα και με την κτηνοτροφία σε μικρή, όμως, κλίμακα για να εξυπηρετούν καθημερινές ανάγκες των οικογενειών τους.

Το εκκλησάκι της Παναγίτσας και το πρώτο Δημοτικό Σχολείο

Οι λατρευτικές και πρακτικές εκκλησιαστικές τους ανάγκες εξυπηρετούνται από το εκκλησάκι της Παναγίτσας απέναντι από το σημερινό νεκροταφείο Ραφήνας. Το εκκλησάκι αυτό, παρά την στενότητά του, τα πρώτα χρόνια (1923-1924) χρησίμευσε και ως σχολείο για τα μικρά προσφυγόπουλα. Όταν τον χειμώνα το ρέμα Ραφήνας «φούσκωνε», γινόταν ανυπέρβλητο φράγμα είτε για την προσέγγιση στο νεκροταφείο είτε για το καθημερινό μάθημα.

Σιγά-σιγά, στον χώρο του σημερινού κτιρίου του ΟΤΕ κτίζεται με συλλογική προσπάθεια -σε εργασία και σε δαπάνες- η πρώτη εκκλησία της Κοίμησης της Θεοτόκου περίπου το 1926. Το σχολείο μεταφέρθηκε από το 1925 -και για κάποια χρόνια- σε ένα παλιό κτίσμα του Σκουζέ στην πλατεία της Ραφήνας. Το 1936 λαμβάνεται η πρώτη επίσημη απόφαση του υπουργείου Παιδείας για ανέγερση του πρώτου Δημοτικού Σχολείου και το σύνολο των κατοίκων σπεύδουν να βοηθήσουν προσφέροντας οικοδομικά υλικά, προσωπική εργασία και χρήματα.

Νέοι οικονομικοί πόροι από τους παραθεριστές

Η τηλεγραφική σύνδεση και τηλεφωνική σύνδεση της Ραφήνας με την πρωτεύουσα καθίσταται δυνατή το 1934 με την Κοινότητα Ραφήνας να παραχωρεί τον χώρο στην υπηρεσία «ταχυδρομικού τηλέγραφου». Η συγκοινωνία με την Αθήνα γινόταν, τα πρώτα χρόνια με τροχήλατα κάρα και στις αρχές της δεκαετίας του 1930 άρχισε η συγκοινωνιακή σύνδεση με φορτηγά οχήματα που μεταφέρουν προϊόντα αλλά και επιβάτες.

Σημαντικότατο ρόλο στην αλλαγή του ρυθμού της ζωής έπαιζαν οι παραθεριστές, που χρόνο με τον χρόνο πύκνωναν, δημιουργώντας νέους οικονομικούς πόρους για τους κατοίκους και ο χρωστήρας της ελπίδας αρχίζει να δίνει το χρώμα, που με τον καιρό απέκτησε αυτή η πόλη.

Σημειώσεις…

Η επέτειος αυτή αποτελεί ακόμα μια ευκαιρία να θυμηθούμε τις αλησμόνητες πατρίδες στην άλλη πλευρά του Αιγαίου, να θυμηθούμε, όσοι έχουμε προσφυγική καταγωγή, τις ρίζες μας και να τιμήσουμε τους ήρωες μας όπως τον Φίλιππο Καβουνίδη και τον Τριγλιανό Άγιο Χρυσόστομο τον μαρτυρικό Μητροπολίτη Σμύρνης.

▶ Φίλιππος Ευστρατίου Καβουνίδης. Γεννήθηκε στη Τρίγλια το 1875 και από μικρή ηλικία ασχολήθηκε με το εμπόριο και τη ναυτιλία. Το 1904 παντρεύτηκε την Αικατερίνη Καλαφάτη (μικρότερη σε ηλικία αδερφή του συντοπίτη του και μετέπειτα Εθνομάρτυρα Μητροπολίτη Σμύρνης Χρυσοστόμου) και απέκτησαν επτά παιδιά.

▶ Άγιος Χρυσόστομος Σμύρνης (Χρυσόστομος Καλαφάτης). Γεννήθηκε στην Τρίγλια στις 8 Ιανουαρίου 1867, ήταν γιος του Τριγλιανού δημογέροντα Νικόλαου Καλαφάτη και της Καλλιόπης Λεμονίδου. Την περίοδο 1902-1910 ήταν Μητροπολίτης Δράμας και Φιλίππων με σημαντική δράση στον Μακεδονικό Αγώνα. Από το 1910 έως και τον μαρτυρικό του θάνατο διετέλεσε Μητροπολίτης Σμύρνης. Αρνήθηκε να εγκαταλείψει το ποίμνιό του, παρά την προσφορά ασφαλούς διαφυγής σε αυτόν από τις Μεγάλες Δυνάμεις, και κατακρεουργήθηκε από τον φανατισμένο τουρκικό όχλο κατά την ανακατάληψη της Σμύρνης από τον τουρκικό στρατό στη Μικρασιατική Καταστροφή, στις 27 Αυγούστου 1922. Το 1993 κατετάγη στο αγιολόγιο της Εκκλησίας μαζί με όλους τους μάρτυρες της Μικρασιατικής Καταστροφής, με απόφαση της Εκκλησίας της Ελλάδος και η μνήμη του τιμάται την Κυριακή προ της Υψώσεως του Τιμίου Σταυρού. Ο Άγιος Χρυσόστομος είναι ο προστάτης άγιος των Μικρασιατών.

▶ Διασταύρωση Ραφήνας. Η Διασταύρωση, όπως φαίνεται από το όνομά της, αποτελεί σημείο συνάντησης δύο βασικών οδικών αξόνων, εκείνου που οδηγεί προς Ραφήνα και εκείνου που οδηγεί στον Μαραθώνα. Η ύπαρξη λιγνίτη στην περιοχή ήταν γνωστή τουλάχιστον από το 1878. Σύμφωνα με προφορικές μαρτυρίες, μια επιχείρηση εκμετάλλευσης στη Διασταύρωση Ραφήνας ξεκίνησε γύρω στα 1915-16, στα χρόνια του Α΄ Παγκόσμιου Πολέμου, όταν η ζήτηση για ενεργειακές ύλες οδήγησε σε αύξηση των εκμεταλλεύσεων λιγνίτη. Η λειτουργία των λιγνιτωρυχείων σταμάτησε το δεύτερο μισό της δεκαετίας του 1960.

▶ Αδελφοί Σταυρίδη. Παιδιά του Τριγλιανού εκπαιδευτικού Δημοσθένη Σταυρίδη ήταν ο Σταύρος, ο Γιώργος και ο Αρίωνας, οι οποίοι, μετά τις ανώτατες σπουδές τους, ίδρυσαν έναν από τους πρώτους Ασφαλιστικούς Οίκους στην Αθήνα. Οι επιχειρήσεις και ο καλός τους χαρακτήρας τούς εξασφάλισαν γνωριμίες με πολιτικούς κύκλους και παράγοντες της κοινωνικής ζωής. Ενδιαφέρθηκαν για την απαλλοτρίωσή του γνωστού κτήματος Σκουζέ και την εγκατάσταση σ’ αυτό των Τριγλιανών.

▶ Αγία Επίσκεψις. Φορητή ψηφιδωτή εικόνα του 13ου αιώνα. Η Θεοτόκος κρατεί τον μικρό Χριστό με το δεξί της χέρι, ενώ με το αριστερό τον προτείνει στον θεατή και συγχρόνως τον ικετεύει για τη σωτηρία των ανθρώπων. Φέρει επιγραφή που ονομάζει τη Θεοτόκο ΜΗ(ΤΗ)Ρ Θ(ΕΟ)Υ Η ΕΠΙCΚΕΨΙC, δηλαδή η σκέπη, η προστάτιδα. Προέρχεται από την Τρίγλια της Βιθυνίας, και κατέληξε στο Βυζαντινό και Χριστιανικό Μουσείο ως ένα από τα «Κειμήλια Προσφύγων», που έφθασαν στην Ελλάδα μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή (1922).

Στοιχεία αντλήθηκαν από:

• «Ριζώματα, Βιώματα, Παθήματα»: Θανάση Πιστικίδη
• «Όψεις της καθημερινής ζωής στη Ραφήνα…»: Γεώργιος Κούζας
• «Νέα Τρίγλια Χαλκιδικής. Ένα ταξίδι μέσα στο Χρόνο και την Ιστορία»: Δέσποινα Παρασκευά – Κράνη.
• www.triglianoi.gr

*πρώην δήμαρχος Ραφήνας – Πικερμίου

Προηγούμενο άρθροΤεύχος Αυγούστου 2022 (#87)
Επόμενο άρθροΦωτιά σε ΙΧ στη Μαραθώνος, στο ύψος των ΕΠΑΛ Ραφήνας