Εκείνη την Παρασκευή το ημερολόγιο έγραφε 28 Φεβρουαρίου. Αυτή η ημερομηνία θα στοιχειώνει για πάντα τη χώρα, θα αποτελεί μια μαύρη επέτειο, ακόμη μία κρατική μουτζούρα στη σύγχρονη Ιστορία. Θα θυμίζει το βράδυ που 57 άνθρωποι έχασαν τη ζωή τους μπαίνοντας απλώς σε ένα τρένο.

Παράλληλα, όμως, θα θυμίζει και το πρωινό που περισσότεροι από ένα εκατομμύριο πολίτες βγήκαν στους δρόμους όλης της χώρας, από την Ορεστιάδα μέχρι τη Γαύδο και από την Ξάνθη μέχρι τα Χανιά για να φωνάξουν για δικαιοσύνη, να απαιτήσουν να πληρώσουν όσοι έφταιξαν για το δυστύχημα στα Τέμπη.

Ανάμεσα τους και επτά συμπολίτες, κάτοικοι διάφορων περιοχών του δήμου Μαραθώνα, που ένιωσαν την ανάγκη να κατέβουν στο κέντρο και να γίνουν κομμάτι της Ιστορίας. Τους ευχαριστούμε για το μοίρασμα, για όσα πολύ συγκινητικά έγραψαν στη MP σε μια προσπάθεια να μοιραστούν σκέψεις, εικόνες και συναισθήματα.

ΚΑΤΕΡΙΝΑ ΜΑΛΑ

Θέλω να είμαι ειλικρινής. Δεν το είχα σίγουρο ότι θα πάω. Έχω και εγώ αυτό το αγκάθι του «γιατί όχι σε εμάς;». Γιατί εμείς δεχτήκαμε τέτοιο πόλεμο μίσους;

Ξέρω ότι αν όλα αυτά που γίνονται τώρα, είχαν γίνει για το Μάτι, αν τότε υπήρχε τρόπος να βγει η αλήθεια στο φως και όχι η προπαγάνδα, μπορεί τα παιδιά των Τεμπών σήμερα να ήταν δίπλα στους δικούς τους.

Όμως εκείνη την Παρασκευή ήμασταν εκεί. Ως μητέρα, δεν είχα την πολυτέλεια της σύγκρισης. Όσο και αν φώναξα, όσο και αν αγωνίστηκα, φαίνεται δεν ήταν αρκετό.

Εμείς με γυμνά χέρια σκάψαμε να βγάλουμε στην επιφάνεια την έννοια της Ευθύνης! Κάναμε ό,τι μπορούσαμε για να αναδείξουμε το «παιχνίδι» που παίζει το «βαθύ κράτος». Ένα σύστημα πολύ πιο δυνατό από το πολιτικό. Εμείς αυτό το σύστημα το γνωρίσαμε. Το είδαμε να μας εμπαίζει, να ελίσσεται, να εκβιάζει, να αλλάζει χρώμα.

Τώρα κάποιοι επόμενοι ξεκινούν τον δικό τους αγώνα, για την δική τους Αλήθεια, αλλά με τον δικό μας αγώνα να έχει μετατοπίσει την αφετηρία τους.

Εμείς ξέρουμε πως η Αλήθεια είναι μία. Εκείνοι δεν το ξέρουν ακόμα.

Εμείς ξέρουμε τι θα βρουν μπροστά τους. Εκείνοι δεν το ξέρουν ακόμα.

Βλέπεις, είμαστε αρκετές πίστες μπροστά. Νιώθω πως εγώ πρέπει να δείξω κατανόηση στη δική τους πεποίθηση πως είναι μοναδικοί.

Δυστυχώς δεν είναι. Δεν είναι οι πρώτοι. Μακάρι να είναι οι τελευταίοι.

Γι αυτό ήμουν εκεί.

Να βάλω πλάτη, μήπως όλοι μαζί καταφέρουμε να χαλάσουμε το παιχνίδι.

Περπατήσαμε δίπλα σε γονείς με τα παιδάκια τους, δίπλα σε νέα ζευγάρια, δίπλα σε ανθρώπους με κινητικές δυσκολίες, δίπλα σε ηλικιωμένους.

Δεν κατάλαβα ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι ήταν εκεί για να ανατρέψουν το πολιτικό σύστημα.

Εγώ νομίζω πως αυτό που θέλουν, είναι να ανατρέψουν την εικόνα που έχει το πολιτικό σύστημα γι’ αυτούς.

Δεν με νοιάζει εκείνο το άρρωστο κομμάτι του λαού μας που δεν θέλει να καταλάβει.

Δεν με νοιάζει γιατί είναι σαν την ανθρώπινη βλακεία. Είναι ανίκητο!

Εμένα με νοιάζει η ασφάλεια των παιδιών μου.

Με νοιάζει η αξιοπρέπεια των παιδιών μου.

Με νοιάζει, αν τους συμβεί κάτι να μην ντραπώ και να ξέρω ότι έκανα ό,τι περνούσε από το χέρι μου να το εμποδίσω.

ΑΦΡΟΔΙΤΗ ΚΟΥΤΣΟΥΒΕΛΗ

Με ρωτάς γιατί κατέβηκα με τον σύζυγο και τους γιους μας στο Σύνταγμα. Με ρωτάς επειδή ξέρεις τι βιώσαμε στο Μάτι και επειδή πολύς λόγος γίνεται για τη σχέση Μάτι-Τέμπη. Θα σου πω. Τις πρώτες ώρες εμείς μετρούσαμε θύματα. Οι πολιτικοί κουκούλωναν τα εγκληματικά τους λάθη πλάθοντας μια βολική ιστορία για φυσικά φαινόμενα και άναρχη δόμηση, που θα μας κυνηγάνε για πάντα και ας αποδεικνύονται άλλα στα δικαστήρια. Από τότε εμείς παλεύουμε με τον πόνο, την οργή και αυτήν την φρικτή αίσθηση μοναξιάς και αδικίας.

Από τότε φωνάζουμε με όλη μας την ψυχή: «Μην τους ακούς! Μην τους πιστεύεις! Μην μπερδεύεις την κομματική σου ιδεολογία με την ανθρώπινή σου υπόσταση! Ξύπνα πριν γίνει το επόμενο έγκλημα».

Και το έγκλημα ξαναέγινε. Και όλα άρχισαν πάλι από την αρχή. Έσβησε το φως για άλλους 57 ανθρώπους. Δεκάδες επιζήσαντες παλεύουν με σωματικά και ψυχικά τραύματα. Και πάλι οικογένειες θρηνούν, πονούν, παλεύουν απέναντι στην κρατική ασυδοσία. Μόνοι όμως δεν πρέπει να νιώσουν ποτέ!

Εκείνη την Παρασκευή, στο Σύνταγμα, άκουσα, ένιωσα μέχρι τα κατάβαθα της ψυχής μου, τον λυγμό και τον σπαραγμό αυτών των γονιών. Ίδιος, ολόιδιος με των δικών μας ανθρώπων, εδώ στο Μάτι.

Είδα νέους να φωνάζουν για το μέλλον τους. Είδα μεγάλους να αντιλαμβάνονται πως δεν μπορούν πια να σφυρίζουν αδιάφορα.

Και σαν να μου φάνηκε πως κάτι έχει αλλάξει. Πως κάπως ο κόσμος μας έγινε πιο σοφός. Πως ξέρουν πια όλοι πως από τους καναπέδες τίποτα δεν αλλάζει. Πως είναι στο χέρι μας να δώσουμε στους πολιτικούς να καταλάβουν πως οι ζωές μας μετράνε και πως όλοι εμείς μαζί είμαστε πιο δυνατοί από εκείνους.

Για αυτό κατεβήκαμε στο Σύνταγμα. Για να σιγουρευτούμε πως κανείς άλλος δεν θα νιώσει μόνος. Και πως όλοι πια ξέρουν. Όπως είπα τα παιδιά μου:

«Κατεβήκαμε γιατί είχαμε ανάγκη να νιώσουμε αυτήν την ενότητα και επειδή όλο αυτό συνδέεται με το Μάτι».

ΓΕΩΡΓΙΑ ΔΡΑΚΟΥΛΗ

Στην πορεία διαμαρτυρίας πήγα με την έφηβη κόρη μου καθώς ήθελε και εκείνη να είναι εκεί, να διαμαρτυρηθεί για αυτό το έγκλημα μαζί μας, γιατί αυτή η πορεία δεν αφορούσε μόνο τους συγγενείς των 57 ανθρώπων. Μας αφορούσε όλους και περισσότερο τα νέα παιδιά…

Ήμασταν όλοι εκεί.. Η προσέλευση του κόσμου ήταν αδιανόητη! Όπου κοιτάζαμε, όλοι οι δρόμοι ήταν ασφυκτικά γεμάτοι από κόσμο! Ανεξαρτήτως πολιτικής ταυτότητας, ανεξαρτήτως ηλικίας. Το σύνθημα και η απαίτηση ήταν κοινά: ΔΙΚΑΙΟΣΥΝΗ!

Από την μια ο κόσμος ήταν ενωμένος με ένα κοινό στόχο και σεβασμό και από την άλλη ο φόβος της αστυνομίας και η παράλογη χρήση χημικών.. Όμως ο φόβος δεν μας νίκησε.. Δε νίκησε κανέναν.

Εκείνη την ημέρα η κόρη μου μπορεί να μην πήγε σχολείο. Πήρε, όμως, το σημαντικότερο μάθημα της ζωής της! Είδε ανθρώπους αλληλέγγυους, ενωμένους για έναν κοινό σκοπό. Και οι δύο νιώσαμε πως είμαστε μέρος της ιστορίας.

ΦΩΤΙΟΣ ΛΙΑΤΣΗΣ

Στις 28 Φεβρουαρίου 2025 περπάτησα στην πρώτη μου πορεία διαμαρτυρίας. Μέχρι τότε, οι πορείες ήταν εικόνες στην τηλεόραση. Τις έβλεπα, συγκλονιζόμουν, αλλά δεν είχα βρεθεί ποτέ εκεί. Όμως, εκείνη τη μέρα, δύο χρόνια μετά την τραγωδία στα Τέμπη, δεν γινόταν να μείνω ξανά θεατής.

Βγήκα στον δρόμο για τους 57 ανθρώπους που χάθηκαν τόσο άδικα. Για τα παιδιά που δεν γύρισαν ποτέ σπίτι. Για τους γονείς που έμειναν να κοιτάζουν άδεια δωμάτια.
Για όλους όσους έστειλαν εκείνο το βράδυ ένα μήνυμα που τους στοιχειώνει ακόμα και θα τους στοιχειώνει μια ζωή.

«Στείλε όταν φτάσεις…». Ένα μήνυμα που δεν πήρε απάντηση ποτέ.

Δεν ήταν μόνο η θλίψη που με έφερε εκεί, ήταν και οργή. Οργή για το πώς η πολιτική εξουσία μίλησε για δικαιοσύνη, αλλά στη πράξη την άφησε να χαθεί μέσα σε μια ατελείωτη διαδικασία συγκάλυψης και μετατόπισης ευθυνών. Για το πώς 57 ζωές δεν χάθηκαν απλώς από ένα λάθος, αλλά από μια ολόκληρη νοοτροπία προχειρότητας και ατιμωρησίας

Σήμερα, που κρατάω το δικό μου παιδί στην αγκαλιά μου, η ανάγκη για δικαιοσύνη έγινε προσωπική υπόθεση. Γιατί δεν μπορώ να δεχτώ πως μεγαλώνουμε τα παιδιά μας σε μια χώρα που δεν τα προστατεύει. Που όταν συμβεί το αδιανόητο, το μόνο που μένει είναι η οργή όσων μένουν πίσω.

Η πρώτη μου πορεία δεν ήταν απλώς μια συμβολική παρουσία. Ήταν μια κραυγή για δικαιοσύνη. Για να μη σβήσουν τα πρόσωπα των θυμάτων στη λήθη. Για να μη μάθουμε να ζούμε με την αδικία. Και, κυρίως, για να έρθει η μέρα που κάθε «Στείλε όταν φτάσεις» θα παίρνει πίσω μια απάντηση.

ΜΑΙΡΗ ΚΟΚΟΥ

Μάτια βουρκωμένα. Θυμός και θλίψη. Δύο συναισθήματα που με κυρίευαν ταυτόχρονα. Ήθελα να ουρλιάξω. Να κλάψω με το άκουσμα των ονομάτων. Με το όνομα της Κυριακής Γρίβα. Αγαπημένη μητέρα, δε θα ξεχάσω ποτέ την εικόνα σου. Δε θα ξεχάσω ποτέ αυτό που με έκανες να νιώσω. Όλοι κλάψαμε και θρηνήσαμε μαζί σου.

Και μετά σιωπή. Η μόνη φωνή – της ελπίδας, της ένωσης, της δύναμης. «Τι όμορφη εικόνα» είπε η Μαρία Καρυστιανού. Τι όμορφη εικόνα να είμαστε όλοι μια γροθιά. Δε φοβάμαι. Δε φοβάμαι κανέναν τους. Είμαστε πιο δυνατοί από αυτούς. «Θα τους νικήσουμε». «Θα τους ξεμπροστιάσουμε».

Αυτές οι φράσεις ακούγονταν συνεχώς στο μυαλό μου. Το έβλεπα στα μάτια όλων εκεί στην πλατεία. Όλοι το ίδιο σκεφτόμαστε. Εκατομμύρια άνθρωποι. Σκέψη κοινή που τους τρομάζει. Δε με νοιάζει πόσο χρονών είσαι, τι φύλο είσαι, τι ψηφίζεις, από πού κατάγεσαι. Με μοιάζει που έχεις την ίδια ανάγκη με εμένα. Να ζεις σε ένα κράτος στο οποίο θα νιώθεις ασφάλεια, σεβασμό κι ελπίδα. Σε ένα κράτος όπου υπάρχει δικαιοσύνη.

Και εγώ θα είμαι δίπλα σου για να φτιάξουμε αυτήν την ανθρώπινη αλυσίδα. Μια αλυσίδα τόσο γερή που καμία φωτιά, καμία μολότοφ και καμία πέτρα δε θα μπορεί να σπάσει. Σας ευχαριστώ όλους που μου δώσατε ελπίδα. Δε θα ξεχάσω ποτέ αυτή τη μέρα.

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΕΩΡΓΑΝΤΑΣ

Εκείνη την Παρασκευή πήρα για πρώτη φορά την απόφαση να συμμετάσχω σε πορεία. Στην πρώτη πανελλαδική διαμαρτυρία, δύο χρόνια μετά το δυστύχημα των Τεμπών. Ως εργοδότης θεώρησα χρέος μου να δώσω το ελεύθερο δικαίωμα σε όλους τους εργαζόμενους να συμμετάσχουν χωρίς να χάσουν το μεροκάματο τους. Όποιον γνωστό και φίλο μου ρώτησα θα ήταν εκεί.

Το πρωί της 28ης Φεβρουαρίου αποφασίσαμε να κατέβουμε με το τρένο στο Σύνταγμα. Ήταν όμως αδύνατο αφού οι συρμοί περνούσαν από μπροστά μας αστραπιαία και γεμάτοι κόσμο. Σαράντα λεπτά και έξι συρμούς αργότερα, η απόφαση πάρθηκε.

Θα κατεβαίναμε στο Σύνταγμα με τα πόδια από τον Περισσό. Το gps έγραφε 1½ ώρα αλλά τίποτα δεν μας σταματούσε. Στο δρομο μετά από λίγο καταλάβαμε ότι πολύς κόσμος είχε την ίδια ιδέα αλλά κι επιθυμία. Να βρεθεί στο συλλαλητήριο με κάθε τρόπο. Στο ύψος της Αλεξάνδρας η πορεία πλέον είχε σφίξει και έχει σχηματιστεί.

Εκείνη είναι τη στιγμή μέσα μου ένιωσα για πρώτη φορά στη ζωή μου ότι έκανα το χρέος μου ως πολίτης που νοιάζεται. Ήμουν εκεί με τους συνανθρώπους μου, ένιωσα ότι ήταν όλοι αδέρφια μου και παλεύαμε για τον ίδιο σκοπό. Για το αυτονόητο. Για ένα κράτος δικαίου με μόνο στόχο το κοινό καλό.

Σ.Κ.

Παρασκευή 28 Φεβρουαρίου 2025, φεύγουμε με τον σύζυγο με το αυτοκίνητο, στη διαδρομή συναντάμε δεκάδες γνωστούς μας. Όλοι στον δρόμο, σαν σε προσκύνημα, οδεύουμε προς το κέντρο της Αθήνας. Η ουρά για το μετρό της Δουκίσσης Πλακεντίας ατελείωτη. Αποφασίζουμε να παρκάρουμε στο Νομισματοκοπείο. Ουρές κι εκεί, κάποιος παίρνει την πρωτοβουλία και κρατάει ανοιχτές τις εισόδους να περάσουν όλοι χωρίς εισιτήριο – ποιος νοιάζεται τώρα γ’ αυτά; Όλοι είναι ήδη ενωμένοι για έναν κοινό σκοπό.

Στα βαγόνια οι άνθρωποι κυριολεκτικά φορτωμένοι σαν σαρδέλες, μα κι εκεί ακόμα αλληλεγγύη: «Ελάτε, χωράνε άλλοι δύο!» Όλοι περιμένουν υπομονετικά να μπουν στον επόμενο συρμό και πρόθυμα στριμώχνονται, αγκαλιάζονται για να χωρέσουν, κάνουν χιούμορ.

Όλοι πηγαίνουν στη συγκέντρωση. Όλοι θέλουν να είναι εκεί. Όλοι θέλουν να είμαστε όλοι εκεί, να πλημμυρίσουμε τον τόπο ανθρώπους, να δείξουμε ότι είμαστε όλοι μαζί σε αυτό, παρά τις διαφορές μας. Η κοινή λογική, ο ανθρώπινος πόνος, ο θυμός απέναντι στην κοροϊδία, δεν έχουν φύλο, δεν έχουν ηλικία, κοινωνική τάξη και πολιτικές πεποιθήσεις.

Κατεβαίνουμε οι περισσότεροι στο Μέγαρο Μουσικής, ξέρουμε ότι είναι αδύνατον να πάμε παρακάτω με το μετρό. Ξέρουμε; Το διαισθανόμαστε, η ενέργεια τόσων ανθρώπων φτάνει ως εμάς.

Κι εμείς με τη σειρά μας φτάνουμε στο ανθρώπινο ποτάμι. Με σεβασμό, με ηρεμία, με βήμα που θυμίζει συνοδεία επιταφίου – πώς αλλιώς άλλωστε μια τέτοια μέρα; – βαδίζουμε όλοι ενωμένοι, αχρωμάτιστοι. Άνθρωποι, γονείς, συγγενείς… Η σιωπή εκκωφαντική. Και ξαφνικά, ένα χειροκρότημα που έρχεται από μπροστά και απλώνεται και φεύγει από εμάς και οδεύει προς τους πίσω…

Η στιγμή συγκλονιστική, δάκρυα τρέχουν στα μάτια μας. Ένα ανθρώπινο ποτάμι που ρέει σιωπηλό και χειροκροτεί. Δεν φωνάζει, δεν ξεσηκώνει, δεν εφευρίσκει συνθήματα.

Βρισκόμαστε στο πιο πολυπληθές μνημόσυνο της χώρας. Οι ψυχές των θυμάτων είναι εκεί… Κι εμείς τους τιμάμε χειροκροτώντας…

Προηγούμενο άρθροΚάλλι Αναγνώστου: Για ό,τι έγινε στο Μάτι δεν πρόκειται να δικαιωθούμε ποτέ (vid)
Επόμενο άρθροΑλέκος Βάρσος: Ένας αγωνιστής που μεγάλωσε στους πάγκους