Γράφει ο ΤΑΚΗΣ ΚΟΥΛΟΥΜΠΗΣ*

Το καλύτερο Παγκόσμιο κύπελλο όλων των εποχών, βάσει της συγκομιδής τερμάτων, βρίσκεται σε εξέλιξη και όλος ο πλανήτης παρακολουθεί με τεράστιο ενδιαφέρον.

Στην Ελλάδα βέβαια, η πλειοψηφία των φιλάθλων αντιμετωπίζει το μουντιάλ με μια διαφορετική νοοτροπία, όπως άλλωστε όλους τους τομείς της κοινωνίας μας. Με καχυποψία. Ο βασικός λόγος που ο Έλληνας φίλος του ποδοσφαίρου παρακολουθεί τους αγώνες δεν είναι για να χορτάσει με θέαμα, αλλά για να βγάλει τη δική του θεωρία συνομωσίας που βέβαια πριν την έναρξη του κάθε ματς ήταν διαφορετική, αλλά την υποστήριζε με τον ίδιο φανατισμό.

 

Μια απλή φήμη, ένα δημοσίευμα σε μια φυλλάδα μιας υποανάπτυκτης χώρας, μια αναφορά σε στοιχηματικό blog και ένας παχυλός τίτλος σε θέμα μεγάλης εφημερίδας που δεν στηρίζεται εντός κειμένου, είναι ικανά να δηλητηριάσουν την σκέψη ενός… πρώην αγνού σκεπτόμενου φιλάθλου. Η αλήθεια είναι ότι το ποδόσφαιρο την τελευταία δεκαετία, όσο και να θέλει να κρατήσει την αξιοπιστία του, δεν είναι εύκολο να τα καταφέρει. Το στοίχημα έχει εισβάλει δυνατά στη ζωή μας και είναι αναγκαίο κακό, αφού χωρίς αυτό δεν θα μπορούσε να συντηρηθεί πλέον ο «Βασιλιάς των Σπορ».

Τρανή απόδειξη είναι ότι στα κορυφαία Ευρωπαϊκά πρωταθλήματα, το 70% των ομάδων διαφημίζουν στη φανέλα τους στοιχηματική εταιρία, ενώ στο ίδιο σχεδόν ποσοστό ανέρχεται και ο αριθμός των εταιριών τζόγου που προβάλλεται στις διαφημιστικές πινακίδες των γηπέδων και των τηλεοπτικών σποτ των καναλιών που έχουν τα δικαιώματα των αγώνων. Τα νούμερα είναι σοκαριστικά και μας οδηγούν στο ασφαλέστατο συμπέρασμα, ότι το ποδόσφαιρο ζει από το στοίχημα.

Ανέκαθεν το ποδόσφαιρο, όπως και όλα τα θεάματα, το θέατρο, ο κινηματογράφος, οι συναυλίες, τροφοδοτούνται και επιβιώνουν χάρη στην αγάπη του κόσμου. Στα 10 ευρώ ενός εισιτηρίου περίπου τα 2,5 ευρώ καταλήγουν στις τσέπες της διοίκησης ενός ποδοσφαιρικού συλλόγου. Σε έρευνες που έχουν γίνει από Βρετανικές στοιχηματικές εταιρίες, το ποσό που κατευθύνεται προς την ποδοσφαιρική βιομηχανία από ένα στοίχημα 10 ευρώ που θα χάσει ο πελάτης, ανέρχεται στο 1,2 ευρώ το 2014 και θα φτάσει τα 2,5 ευρώ νωρίτερα από το 2020.

Με λίγα λόγια οι βασικές πηγές της ποδοσφαιρικής βιομηχανίας είναι τέσσερις με τη σειρά να διαφέρει ανά χώρα και διοργάνωση. Στις κορυφαίες λίγκες, η βασικότερη πηγή εσόδων είναι τα τηλεοπτικά δικαιώματα που «μοσχοπουλιούνται» ακόμη και στην τελευταία γωνιά της γης. Η δεύτερη είναι τα εισιτήρια που κόβονται στα γήπεδα, η τρίτη είναι η στοιχηματική βιομηχανία και ακολουθεί το μάρκετινγκ με τις πωλήσεις προϊόντων των μεγάλων συλλόγων.

Η σειρά αλλάζει εντελώς και όσο πιο χαμηλού επιπέδου είναι το κάθε πρωτάθλημα, εξαφανίζονται τα έσοδα από μάρκετινγκ και εισιτήρια και ανθεί η τηλεόραση και ο τζόγος. Δεν είναι τυχαίο άλλωστε ότι η ελληνική Σουπερλίγκα επιβιώνει μόνο και μόνο χάρη στα έσοδα από τη Nova και τον ΟΠΑΠ και οι 13 από τις 18 ομάδες έχουν μέσο όρο εισιτηρίων κοντά στα 2000, ενώ φυσικά ουδείς λόγος για παράπλευρα έσοδα από πωλήσεις ρουχισμού και άλλων ειδών.

Μετά απ’ όλα αυτά γίνεται απόλυτα κατανοητό ότι η επιρροή του τζόγου στο χώρο του ποδοσφαίρου μόνο αύξουσα μορφή θα έχει μελλοντικά και δεν πρόκειται να κάνει παύση. Μαζί θα αυξάνονται οι φήμες και συζητήσεις στα καφενεία, για τον πρόωρο αποκλεισμό των Ισπανών που κάθισαν να χάσουν και για τους Γκανέζους και τους Νιγηριανούς που χρηματίζονται για ένα κομμάτι… παντεσπάνι.

 

* Ο Τάκης Κουλουμπής είναι αθλητικός δημοσιογράφος και αρχισυντάκτης των αθλητικών καναλιών της NOVA.

Προηγούμενο άρθροΟ Μνημόνιος Ιουνίου!
Επόμενο άρθροΙορδάνης Λουίζος: “Θα τιμήσω τον νέο μου ρόλο με όλες μου τις δυνάμεις”