Του Μάκη Κουλουμπή

Τα τελευταία χρόνια, τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης έχουν εξελιχθεί σε έναν από τους βασικούς τόπους κοινωνικής αλληλεπίδρασης, παρέχοντας στους χρήστες τη δυνατότητα να επικοινωνούν, να ανταλλάσσουν απόψεις και να εκφράζουν ελεύθερα τα συναισθήματά τους.

Ωστόσο, όπως παρατηρούμε, αυτή η υποτιθέμενη ελευθερία συνοδεύεται από κάποιες σοβαρές προκλήσεις, όπως η αύξηση των ρατσιστικών, σεξιστικών και κακοποιητικών λεκτικών επιθέσεων, κάτι που αποτελεί μια από τις μεγαλύτερες απειλές για την ασφάλεια και την ευημερία των χρηστών.

Η ανωνυμία, τα ψεύτικα προφίλ και η ευκολία διάδοσης τέτοιων σχολίων έχουν καταστήσει ουσιαστικά τα social media ένα γόνιμο έδαφος για την ψυχολογική κακοποίηση και τη διάδοση μίσους. Τέτοιες επιθέσεις, όπως υβριστικά σχόλια, απειλές, εξευτελισμοί, αποτελούν πλέον ένα συχνό φαινόμενο, με θύματα συνήθως μειονότητες με βάση την εθνικότητα, τη φυλή, τη θρησκεία, την ταυτότητα φύλου κι όχι μόνο. Παράλληλα παρατηρούμε ότι ιδιαίτερα συχνές είναι και οι σεξιστικές επιθέσεις σε βάρος γυναικών, με σεξουαλική παρενόχληση, ταπείνωση ή υποτιμητικά σχόλια για την εμφάνιση, τον τρόπο ζωής και τις ικανότητές τους.

Οι επιθέσεις αυτές, το δίχως άλλο, ενισχύουν τη μισαλλοδοξία και τον κοινωνικό διαχωρισμό, οδηγώντας τα θύματα σε μείωση της αυτοεκτίμησης και σε επιδείνωση της ψυχικής υγείας τους. Τα θύματα συχνά βρίσκονται σε αδυναμία να προστατεύσουν τον εαυτό τους, καθώς τα οποιαδήποτε σχόλια μπορούν να διαδίδονται γρήγορα και να παραμένουν στο διαδίκτυο για μεγάλα χρονικά διαστήματα.

Έτσι, εκτός από την όποια ψυχολογική επιβάρυνση και κοινωνικό αποκλεισμό, το κάθε θύμα μπορεί να βιώσει άγχος, κατάθλιψη, ακόμα και αυτοκτονικές τάσεις. Επιπλέον, η απουσία άμεσων συνεπειών για τους θύτες ενθαρρύνει την επανάληψη των επιθέσεων και την ατιμωρησία. Αυτή η έλλειψη ευθύνης επιδεινώνει το πρόβλημα, κάνοντας πολλούς χρήστες να δρουν χωρίς φραγμούς και να εκφράζουν ρητορική μίσους, πιστεύοντας ότι δεν θα αντιμετωπίσουν καμία ποινή.

Ποιο όμως είναι το προφίλ των χρηστών που συνηθίζουν να βγάζουν τη χολή τους μέσα από τα social media; Σίγουρα πρόκειται για κάτι σύνθετο και πολυδιάστατο, καθώς λογικά περιλαμβάνει μια ποικιλία παραγόντων που σχετίζονται με ψυχολογικά, κοινωνικά και πολιτισμικά κίνητρα με πολλαπλές εκφάνσεις και αιτίες. Μιλάμε για άτομα με προσωπικά προβλήματα και ανασφάλειες, άτομα με συναισθήματα θυμού, μίσους και ζήλιας, άτομα που αισθάνονται ανεπαρκή ή απογοητευμένα με τη ζωή τους.

Και σε τέτοια άτομα, η επιθετικότητα, η προσβολή και η ταπεινωτική συμπεριφορά προς άλλους αποτελεί μια συνειδητή επιλογή, ως ένας τρόπος διαχείρισης των δυσκολιών που βιώνουν. Με τον τρόπο αυτό, απολαμβάνουν μια προσωρινή έστω αίσθηση ανωτερότητας και ανακούφισης, αντισταθμίζοντας έτσι τα όποια συναισθήματα αδυναμίας ή κατωτερότητας τους προβληματίζουν. Είναι κάτι, εξάλλου, που το ζούμε και στην καθημερινότητά μας. Όταν μάλιστα στην εξίσωση μπαίνουν η αίσθηση ασφάλειας πίσω από την οθόνη, η έλλειψη άμεσων συνεπειών, αλλά κυρίως η συνολική δομή των ίδιων των social media, με τα ψεύτικα ή ανώνυμα προφίλ να παίζουν κυρίαρχο ρόλο, είναι λογικό τέτοιες συμπεριφορές να ενισχύονται.

Βέβαια δεν πρέπει να αγνοούμε και τη χαμηλή ενσυναίσθηση από την οποία συνήθως διακατέχονται αυτά τα άτομα. Δηλαδή την αδυναμία ή και απροθυμία, θα έλεγα, να κατανοήσουν τα συναισθήματα των άλλων. Κι εδώ το φαινόμενο γίνεται πιο ηχηρό και πιο έντονο αφού η έλλειψη φυσικής παρουσίας και προσωπικής αλληλεπίδρασης επιτρέπει στον κάθε …πικρόχολο να αποσυνδέεται συναισθηματικά από το άτομο που βλάπτει και να τον οδηγεί σε συμπεριφορές που μπορεί να είναι απρόσμενα σκληρές.

Ένα σημαντικό, επίσης, κίνητρο για τέτοιες συμπεριφορές είναι η επιθυμία για προσοχή, αφού θέλουμε δεν θέλουμε, στα social media έχει δημιουργηθεί μια λογική επιβράβευσης της δημοσιότητας, ακόμα κι όταν αυτή είναι αρνητική. Οι χρήστες που επιτίθενται σε άλλους συνήθως επιδιώκουν τη δημιουργία έντασης, την πρόκληση αντιδράσεων, την απόκτηση περισσότερων …φίλων ή ακολούθων και τη συσσώρευση likes ή shares. Η προβολή και η κοινωνική αναγνώριση, ακόμα και μέσα από την επιθετικότητα, λειτουργεί σαν ανταμοιβή γι αυτούς, που συχνά νιώθουν μια μορφή κοινωνικής επιτυχίας ή και ανωτερότητας.

Το σύγχρονο αυτό φαινόμενο ασφαλώς και αποτελεί ένα πολυσύνθετο κοινωνικό πρόβλημα που απαιτεί μια πολύπλευρη προσέγγιση. Ο έλεγχος, η εκπαίδευση, η νομοθεσία, αλλά κυρίως οι κανονισμοί λειτουργίας της κάθε πλατφόρμας, αποτελούν βασικούς πυλώνες για την καταπολέμησή του. Παράλληλα, η αυστηρή αντιμετώπιση των δραστών και η προστασία και στήριξη των θυμάτων είναι επιτακτικές ανάγκες ώστε το διαδίκτυο να λειτουργεί ως ένας χώρος ασφαλούς επικοινωνίας κι όχι ως ένα πεδίο κακοποίησης και μίσους.

Προηγούμενο άρθροΠότε πέφτει στα 2,50 ευρώ η τιμή διοδίων στην Αττική Οδό – Τι γίνεται με τα e-pass
Επόμενο άρθροΤεύχος Σεπτεμβρίου 2024 (#110)